Ενημερώθηκα, από φίλο, για την αιχμή περί πόθεν έσχες μελών της προηγούμενης Δημοτικής Αρχής Δήμου Λευκάδας (2014-2019) πού άφησε ο δημοσιογράφος κ. Ηλίας Γεωργάκης σε συνέντευξή του που έδωσε στον κ Παναγιώτη Κουνιάκη στο radio Prisma 91.6. Την συνέντευξη θα βρείτε εδώ.
Ο αναγνώστης του απομαγνητοφωνημένου κειμένου διαβάζει: ” Θέλετε να πούμε και για το πόθεν έσχες ορισμένων της απερχόμενης δημοτικής αρχής; Τι αριστεροί ήταν με δεξιά τσέπη” το οποίο θα ακούσει και στο ηχητικό που συνοδεύει την δημοσίευση στο 16:34. Προτείνω να ακουστεί το ηχητικό γιατί είναι – θεωρώ – αποκαλυπτικός ο τόνος της φωνής του κ Γεωργάκη.
Εδώ, σαφέστατα, υπονοεί, ο ομιλών, ότι μέλη της προηγούμενης δημοτικής αρχής (μέλη γενικά, άρα οποιοσδήποτε!!!) συμμετείχαν σε παράνομες πράξεις / συναλλαγές, οικονομικής ή άλλης φύσεως, προκειμένου να ωφεληθούν οι περιουσίες τους. Μιλάμε για καταχραστές του δημοσίου χρήματος!!!
Ως έγκριτος δημοσιογράφος, χρόνια τώρα, που την δεοντολογία οφείλει να γνωρίζει αλλά και να εφαρμόζει, κατανοεί το μέγεθος της καταγγελίας αυτής. Και γνωρίζει επίσης πόσο μεγεθύνεται η βαρύτητά της όταν εκφωνείται από τον δημοσιογράφο έγκριτης εφημερίδας των Αθηνών σε σχέση με τον λόγο του απλού συμπολίτη της Χώρας, του μπάρμπα Τάσσου αίφνης …
Όφειλε, αν έχει στοιχεία, να τα καταθέσει στις αρμόδιες αρχές (δίωξη οικονομικού εγκλήματος, εισαγγελέα, ΥΠΕΣ, ΥΠΟΙΚ κλπ) και γιατί όχι, θα πω εγώ, να τα δημοσιοποιήσει ώστε να γνωρίζει και ο κόσμος. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να θεωρηθεί συνένοχος επειδή καλύπτει καταχραστές του δημοσίου χρήματος. Ή απλά θα αποδειχτεί ένας κοινός συκοφάντης ο οποίος κάνοντας χρήση του ονόματος του λόγω της θέσης του, ενεργεί με σκοπό να πλήξει συνειδήσεις συμπολιτών μας. Και γνωρίζει ότι ακόμη κι αν ζητήσει δημόσια συγνώμη ήδη έχει σπείρει την διαβολή. Επί σκοπό άραγε;;…
“Οὐκ ἔστιν οὐδὲν ἀφορητότερον τοῖς ὀδυνωμένοις λόγον δυνάμενον δακεῖν ψυχὴν”, ιερός Χρυσόστομος
Πηγή: http://nikitas-myblog.blogspot.com/
Η διαφορά της παιδικοποιημένης ηλικίας απ την ωριμότερη ( τότε που η κρίση ψάχνει και βρίσκει την λογική εξήγηση) είναι ότι στην παιδική ηλικία ( γίνεται και στην αφελή ώριμη ηλικία αυτό αν ο κάθε αφελής διακατέχεται από αδρανειακή υπεροψίά μέθη και εγωκεντρισμό που δεν τον κατανοεί ) αναμασούνται διάφορες απόψεις χωρίς σκέψεις αυτοαξιολόγησης αυτού που κυκλοφορεί ακούγεται σκόρπια .. και που μπορεί ένας νέος στο ακόμη πρωτόλειο καθεστώς κατανόησης των εννοιών που δομούνται- με όσα ακούγονται- να αναπαραγάγει.
Εξ άλλου και η ίδια η κοινωνικιολογία και ψυχολογία της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών μεθόδων, της παγκόσμιας οργάνωσης υγείας, υιοθετεί την άποψη της αναγκαιότητα για την πάροδο 4-6 χρόνια κατανόησης των νέων εκπαιδευομένων των λέξεων και των όρων και των εννοιών που μαθαίνει ένας νέος εκπαιδευόμενος , είτε στην σχολική εκπαίδευση είτε ώς κοινωνική τριβή.
εδώ έγκειται και η βάση της 4ετους έως εξαετούς γενικά εκπαίδευσης σε όλους τους κλάδους και το φάσμα εκπαιδευτικής διαδικασίας από το Δημοτικό σχολείο μέχρι το πανεπιστήμιο.
Και αν μεν αυτή η διεργασία ( αναμασήματος όρων εννοιών λαμβάνει χώρα σε παιδικές ή νεότερες ηλικίες ασφαλώς και είναι μέσα στα πλαίσια υπάρξεως μιας συνολικής κοινωνικής αποδεκτότητας, και βάση της διεργασίας της αυτοαξιολόγησης του καθενός στο χρόνο, κοινή διεργασία που ισχύει για όλους τους ανθρώπους του πλανήτη, περνώντας τα χρόνια και μεταπηδώντας από τις παιδικές και εφηβικές ηλικίες σε μεγαλύτερα χρόνια ζωής. Το αναμάσημα λέξεων – όρων – στιε παιφδικές – εφηβικές ηλικίες και γενικά νεώτερες ηλικίες είναι αθρώπινο και κοινά αποδεκτό , και διαφοροποιεί κύρια την νεανική αποδεκτή ανωριμότητα από ένα κρίσιμο αναγκαλίο βαθμό όποιας ωρίμανσης- με βάση λογικές εξηγήσεις- που δίνει και ανακαλύπτει και υιοθετεί κάθε άνθρωπος σε ηλικίες μεγαλύτερες απ τις νεότερες.
Τι γίνεται όμως, όταν αυτή η αποδεκτή παιδικοποιημένη λειτουργική της αναμάσησης .. εμφανίζεαι και σε ηλικίές μεγαλύτερες και μεγάλες , εκεί που η λογική και η κοινωνική συμβιοτικότητα οδηγεί στην ανάγκη αποδεικτηκοτήτων απ τον κάθε επικαλούμενο τους όρους ώς περιεχόμενο?? Και που λογικά οφείλει ο κάθε επικαλούμενος τους όρους έναντι άλλων και δή προσωποποιημένα ( μέσα στην διαδικασία του κοινωνικού επί προσωπικού δηλαδή) να τους αποδικνύει ???
Η λογική , η συνέχεια των παραμέτρων ώς ποσοτήτων που συγκροτούν την σκέψη και τον λόγο μαζί ( ώς λειτουργία της γλώσσας ) , δεν είναι παρά η ανθρώπινη λειτουργία που προοδευτικά οδηγεί τον ίδιο τον νέο άνθρωπο να μεταβαίνει απ την παιδική ή νεότερη στην ωριμότερη ηλικία, και ώς και άλλη ανθρώπινη παράμετρος που αλλοιώνει προοδευτικά τις δογματικότητες του ατομικού για κάθε άνθρωπο εγωκεντρσμού, της υπεροψίας , της μέθης , ακόμη και του ελάχιστου ναρκισσισμού .
To Ελληνικό κράτος έχει ορίσει διαφανείς διαδικασίες ελέγχουν της οικονομικής κατάστασης κάθε πολίτη, και μπορεί όποια ώρα θέλει να ελέγξει εξονυχιστικά κάθε πολίτη.
Πρόσθετα για κάποιους κατηγορίες πολιτών που ορίζονται νομοθετικά και λόγω θέσεων που διακονούν υπάρχουν πρόσθετες διαδικασίες ελέγχου των οικονομικοτήτων τους και αυτό από παλαιότερα ονομάστηκε πόθεν έσχες.
Και η υποβολή του πόθεν έσχες ελέγχεται κάθε χρόνο που υποβάλλεται, και για τούτο υποβάλλεται, απ τους ελεγκτικούς κρατικούς μηχανισμούς που μάλιστα τα τελευταία ηλεκτρονικά χρόνια φτάνει σε βαθμό αυτοματοποίησης του ελέγχου μέ άμεση ανάδειξη τυχόν αν υπάρχουν παρασπονδιών του κάθε ελεγχόμενου.
Αν ένας πολίτης εγείρει και κατευθύνει ερωτήματα οικονομικότητας, για δικούς του ιδιωτικούς λόγους, έναντι άλλου πολίτη ή άλλων πολιτών , ή θα πρέπει να μην γνωρίζει ότι υπάρχει η λειτουργική του ελέγχου μέσω του πόθεν έσχες για όλους τους πολίτες μέσω των φορολογικών των στοιχείων , και ειδικότερα για όσους υποβάλλουν πρόσθετες, ή να μην κατανοεί τι συνιστά το όλο φορολογικό σύστημα.
Αν ο πολίτης αυτός βλέπει και άλλες λειτουργίες πέρα από το λειτουργικό ελέγχου του φορολογικού συστήματος , και του πλέον πόθεν έσχες, τότε αρχίζουν και οι υποψίες πώς ο πολίτης αυτός ξέρει και τις επικαλείται αυτές τις λειτουργίες, που δεν γνωρίζουν οι φορολογούμενοι και οι υποβάλλοντες πόθεν έσχες, οι οποίοι λειτουργούν μέσα στους κανόνες τις φορολογίας και του πόθεν έσχες.
Και στο ερώτημα: ” πώς κάποιος πολίτης ξέρει και γνωρίζει διαδικασίες και λειτουργίες εκτός της γενικής νομοθετικής ρύθμισης, αυτής που ξέρουν και ακολουθούν οι υπόλοιποι πολίτες, είναι και θέμα υποψιών για το πώς ένας τέτοιος πολίτης τις έμαθε και τις επικαλείται ώς αδιάψευστη λειτουργική του λόγου που κινητοποιείται και κινητροποιείται απ την σκέψη, η οποία σκέψη με την σειρά της ενεργοποιείται απ την εμπειρικότητα της καθημερινότητας.
Τα χρόνια της δεκαετίας του 1920 στην Αγγλία με την τεράστια οικονομική κρίση που οδήγησε στην Αγγλική νομισματική χρεωκοπία του 1931, μαζί και το αμερικανικό κράχ του 1929 που οδήγησε σε μια πρωτοφανή τότε ύφεση στις ΗΠΑ η οποία διεθνοποιήθηκε ( η χρεωξοπία του 2010-2011 στην Ελλάδα ήταν απείρως χειρότερη απ τις παραπάνω συνθήκες), οδήγησαν από τα μέσα ώς το τέλος της δεκαετίας του 1920, να αναπτυχθούν και να γιγαντωθούν τα λεγόμενα λα’ι’κα σκαμπρόζικα και κουτσομπολίστικα ημερήσια και εβδομαδιαία στην Αγγλία και ΗΠΑ κύρια και να επεκταθούν με τα χρόνια και σε άλλες χώρες, μαζί με την δημιουργία την ίδια εποχή και διαφόρων comics εικονογραφήσεων με φανταστικούς ήρωες που επιβλήθησαν από τότε ( Ταρζάν, μπάτμαν, σπα’ι’ντερμαν , κλπ κλπ.. κλπ) Όλα τα παραπάνω ήταν για να αποσπάται η καθημερινότητα των πολιτών από τα προβλήματα ανεργίας, απουσίας οποιαδήποτε υγιεινομικής ασφαλίσεως , φτώχειας, συσσιτίων, αστέγων, εγκληματικότητας, κατάθληψης ).
Στην Αγγλία ιδιαίτερα το σκανδαλοθηρικό υπόβαθρο υπήρχε σε επίπεδο δημοσιογραφίας από το τέλος του 19ου αιώνα αρχή του 20ου και στον χορό ήταν έντυπα Νταίηλυ Μίρρορ και Νταίηυ Σάν. Αλλά και στις ΗΠΑ δεν άργησαν εμφανιστούν αντίστοιχα σκανδαλοθηρικά έντυπα. Και από τότε και η σκανδαλοθηρική δημοσιογραφία που επάνδρωσαν και σκανδαλοθήρες αυτοαποκαλούμενοι δημοσιογράφοι ασφαλώς με τα χρόνια κέρδισε έδαφος σε όλο τον επικοινωνιακό πλανήτη, και έφτασε και στην Ελλάδα με την πληθώρα ημερήσιων και ενδομαδιαίων σκαμπροζέ σκανδαλοθηρικών εντύπων , και που λογικά και στην Ελλάδα θα άνοιξε και θα μεγενθύθηκε και στο σκαμπρόζικο σκανδαλοθηρικό επάγγελμα ” δημοσιογραφικά ”.
Με τις νέες ηλεκτρονικές δυνατότητες του επικοινωνισμού , τους ειδικούς κειμενογράφους, δεν χρειάζεται κανένας να έλκει ιδιότητα δημοσιογράφου ώς κάποτε τέτοιος , μια και το μόνο που χρειάζεται είναι να αναδικνύει κάθε λογής θέματα οσμής ίντριγκας και δήθεν σκανδάλων , θέματα πιασάρικα και μέσα ειδικά στην 11 χρόνια χρεωκοπική Ελληνική κρίση και τελευταία της πανδημίας , και κατόπιν αναλαμβάνουν οι διαμορφωτές κειμενογράφοι να τα δώσουν στον λαό και στο αναγνωστικό των σκανδάλων κοινό. Ειδικά για την Ελλάδα της χρεωκοπίας, όταν οι πολίτες για πολλά χρόνια μάτωσαν και ματώνουν απ την φορολογία, τα μειωμένα εισοδήματα, την ανεργία, την βιωτική ανασφάλεια, μέχρι την στεναχώρια και κατάθλιψη , ασφαλώς και το κάθε οικονομίστικό ιντριγκαδόρικο θέμα που αναφέρεται και τεχνηέντως σε διαφορετικότητα οικονομικού στάτους κάποιων εχόντων ή αποκτησάντων , ή στην ύπαρξη μικροτέρων οικονομικών δυσκολιών σε άλλους, ασφαλώς και ενεργοποιεί αισθήματα κοινωνικού ανταγωνισμού και ψόγου απέναντι στους όσους εμφανιζόμενους επικοινωνιακά ώς έχοντες και κατέχοντες.
Και αυτός ο ψόγος και ο ανταγωνισμός μέχρι και καταδικασμός είναι που επιδιώκει ο κάθε ιντριγκαδόρος, σε βάρος των όσων ,μέσα όμως στο κατασκευασμένο σύστημα της επικοινωνιακής ίντριγκας που εμφανίζεται ώς δημοσιογραφία , εμφανίζονται ώς έχοντες και κατέχοντες, μέχρι και παρασπονδούντες κοινωνικά.
Δυστυχώς αυτό δεν θα εκλείψει , κύρια θα τροφοδοτεί το κοινωνικό σύνθετο και ανασφαλές βιωτικό κοινωνικό τοπίο, αλλά υπό την προυπόθεση ότι οι αναδεικνύοντες αυτά τα σκαμπρόζικα και πιασάρικα σκανδάλων θέματα είναι προ-ορισμένοι ώς επαγγελματίες της αυτοαποκαλούμενης δημοσιογραφίας να τα αναδεικνύουν. Δηλαδή αυτό έχουν μάθει και αυτό γνωρίζουν.
Στην σύγχρονη επιστημονική της ψυχολογίας θεώρηση, υπάρχει υπόβαθρο σύνδεσης των ιντριγκαδόρων της επικοινωνίας με τις συνειδησιακές λυμφατικότητες των ώς κοινωνική βιωτική ένταξη. Και μάλιστα είναι και συγκεκριμένα συνδεδεμένη για συγκεκριμένο είδος λυμφατικότητας που αντανακλά και σε συγκεκριμένο θεματολογικό αντικείμενο ίντριγκας.
Πλέον με την εποχή του φαίνεσθαι σημαντική παράμετρο- δεν υπήρχε σε παλαιότερες εποχές- είναι και το θέμα της φωτογένειας της ίδιας της ίντριγκας ώς συνθήκη της φωτογένειας των ιντριγκαδόρων ώς επικοινωνιακό – πλατιά εικονικό ώς και τηλεοπτικό – φαίνεσθαι.
ΤΟ θέμα είναι μεγάλο. Τα μέσα επικοινωνίας και πληροφόρησης που ηλεκτρονικά πληθύνθηκαν θα πρέπει να ελέγχουν επισταμένα και την παραμικρή υποψία επιδιωκόμενης ίντριγκας απ τους παραθέτοντες απόψεις ( πράγμα όχι εύκολο ), η ίντριγκα- χωρίς τις κυρωμένες εκάστοτε αποδεικτότητες – να μην λαμβλάνεται υπ όωψιν απ τους αναγνώστες και πολίτες. Γιατί και ο κάθε ιντριγκαδόρος δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να αποποιηθεί την συνειρμική οργάνωση και δομή της σκέψης του και της πρακτικής του.
O Koς Γεώργιος Φίλιππας χρησιμοποιεί απλόχερα τον όρο ” έγκριτος”.
Απαιτείται προσοχή για την τάξη του λόγου.
Προσοχή , διότι : όταν προσδιοριστικά παραγάγεις ένα νέο όρο πχ: ” έγκριτος άνθρωπος ” εγκαινιάζεις και μια πρόσθετη αρχή ελέγχου της παραγωγής λόγου. Έτσι καθορίζει στον λόγο τα όρια μέσα από μια ταυτότητα , η οποία έχει την μορφή μιας ασταμάτητης εξέλιξης των κανόνων του λόγου. Και μέσα σε αυτή την εξέλιξη να εμφανίζονται και πηγές δημιουργίας του λόγου μες την οριζόμενη γονιμότητα του ανθρώπου, που για τούτο έγκριτος. Ταυτόχρονα όμως εγκαινιάζεις και αρχές περιορισμού και καταναγκασμού στην χρήση και στην λειτουργία του λόγου.
Και κάθε αρχή έστω και ψήγμα περιοριστικού καταναγκασμού λειτουργεί και δεσμεύει τον λόγο , λειτουργώντας πρός την κατεύθυνση ενός μικρού ή και μεγαλύτερου μηχανοστάσιο αποκλεισμού της παραγωγής του λόγου αποτρέποντας και άλλων προσδιοριστικών μορφών μέσα απ τον ίδιο τον λόγο και την εκφορά του.
Η χρήση προσδιοριστικά του όρου ” έγκριτος ” θα πρέπει να απφεύγεται, και ιδιαίτερα στην εποχή μας που η ιδεολογική λειτουργική της γλώσσας εκφοράς του προοδευτισμού (
αναγκαστικά αποδεδειγμένα ποσοτικότερα ώς ορθός λόγος ) μετακινείται απ την επιθετικοποίηση ή την τάση της επιθετικοποίησης της ουσιαστικότητας ( δηλαδή μετακινείται από τα ουσιαστικά που γίνονται επίθετα) πρός την κυριολογική
έτσι ουσιαστικότητα ώς αποδεικτότητα.
Ο Κος Γιώργος Φίλιππας χρησιμοποιεί τους όρους ” έγκριτος δημοσιογράφος” και ” έγκριτης εφημερίδας ”.
Αυτοί οι όροι όμως δεν είναι ανάγκη να γίνονται αποδεκτοί από τουλάχιστον έναν αναγνώστη της άποψης του κου Φίλιππα.
Τα πολλά κολητιλίκια στην βάση μιας δήθεν παραγωγικής κοινωνικότητας που δημιουργήθησαν στους δήθεν καλλιτεχνικό δημοσιογραφικούς χώρους μουσικών, ηθοποιών δημοσιογράφων, συγκροτώντας έτσι ύποπτα και μια πνευματικότητα, κυρώνοντας επαγγλέλματα ώς σημανικά , αλλά οπάντα μέσα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, αυτά τα πολλά κολητιλίκια δεν προσέφεραν και πολύ αγαθοσύνη στην Ελληνική κοινωνία. Τεχνηέντως περιβλήθησαν προβαλόμενα και με τους όρους πολιτισμικά προ’ι’όντα , επαγγελματικά προσδιορισμένα και τσεπικά συγκροτούμενα.
Στην Ελλάδα υπάρξαν και υπάρχουν και τα δημοσιογραφικά μπρατιμιλίκια ( απ το μπρατιμος- μπρατίμια) ώς μάγμα πολιτικής και δημοσιογραφίας, που συγκρότησαν ένα άλλο επίπεδο προσδιορισμού του πολιτικού στοιχείου , και της εκφοράς του πολιτικού στοιχείου ( αυτό είναι η πολιτική αγκέντα -agenda ( ατζέντα), που κάθε φορά το μάγμα πολιτικόδημοσιογραφίας , όταν δεν βολεύεται , θέλει και επιδιώκει να το αλλάζει.
Οι δημοσιογράφοι και η δημοσιογραφία, κάθε φορά που δεν βολεύονται/ται, ή βλέπουν/βλέπει ότι αρχίζουν / αρχίζει και ξοφλάνε/ ξοφλάει το μπατάρουν/ μπατάρει .. σε κοινωνικά χρηστικά θέματα.
Προσοχή στα ” χρηστικά” θέματα.. όπως π.χ δυμβουλές για πρόωωρες συνταξιοδοτήσεις, συμβουλές για το πώς θα πήρώσουν τους φόρους, αναλύσεις για το τι θαγίνει με τις συντάξεις, τι θα γίνει με τους μισθούς και τα ημερομίσθια… κλπ, πώς θα βρείτε θέσεις εργασίας κλπ κλπ .
”Χρηστικά θέματα” , για μια χρηστική δημοσιογραφία και από χρηστικούς δημοσιογράφους.