Η προσπάθεια της διοίκησης του ΤΑΟΛ να εκποιήσει το Οινοποιείο στο κάστρο έφερε στο προσκήνιο τα χρέη του ΤΑΟΛ και γενικότερα των συνεταιρισμών στην Ελλάδα και τον κίνδυνο που απορρέει από την εκποίησή τους.
Οι κυβερνήσεις και όσοι συμφωνούν στην εκποίηση καταρχήν συμφώνησαν και συμφωνούν στη συρρίκνωση ως και διάλυση των Γεωργικών Συνεταιρισμών. Το βασικό τους επιχείρημα είναι ότι “ο Συνεταιρισμός χρωστάει, δανείστηκε και πρέπει να πληρώσει. Κάθε καλός νοικοκύρης, κάθε οικογένεια πληρώνει τα χρέη της το ίδιο και οι συνεταιρισμοί Δεν είναι κάτι διαφορετικό”.
Το επιχείρημα αυτό και από πρώτη ματιά είναι παράλογο. Μπορεί να ταυτίζεται ένας πολίτης που χρωστάει με ένα συνεταιρισμό;
Ο Συνεταιρισμός είναι ένας συλλογικός φορέας των αγροτών, είχε και έχει πολύ σημαντικό ρόλο και στην πορεία πρέπει να αποκτήσει μεγαλύτερο στη στήριξη των γεωργών και της γεωργικής παραγωγής. Μπορεί η αγροτική οικονομία στη Λευκάδα να μειώθηκε σημαντικά όμως η διατήρηση και ανάπτυξη της έχει ανάγκη ένα ισχυρό συνεταιρισμό που θα στηρίζει την παραγωγή, το χαμηλό κόστος της, τη διακίνηση και την εμπορία, αλλιώς δεν γίνεται Εκτός και αν δεχτούμε ότι στην Ελλάδα και στο νησί μας η αγροτική παραγωγή θα αφεθεί στη μοίρα της και θα καταρρεύσει και θα γίνουμε όλοι γκαρσόνια με ότι αυτό συνεπάγεται. Πολύ συχνά λόγω των ληστρικών όρων δανεισμού των τραπεζών και των μεγάλων αναγκών των πολιτών το αίτημα διαγραφής των χρεών τους είναι απόλυτα δίκαιο.
Έχει ιδιαίτερη σημασία να αντιληφθούμε όλοι πώς δημιουργήθηκαν τα χρέη αυτά. Για χρόνια, δεκαετίες καλύτερα, ιδιαίτερα δε τη δεκαετία του ’80 και του ’90 με κρατική παρέμβαση και κατεύθυνση το ΤΑΟΛ αγόραζε ακριβά τα σταφύλια για να στηριχθούν οικονομικά οι αγρότες και παράλληλα δανειζόταν από τις τράπεζες με υπέρογκα επιτόκια, διπλάσια από ότι ο ιδιωτικός τομέας με αποτέλεσμα να μπαίνει κάθε χρόνο μέσα. Με αυτό τον τρόπο οι κυβερνήσεις επιδείκνυαν φιλοαγροτική συμπεριφορά και συντηρούσαν την επιρροή τους στον αγροτικό κόσμο και την ίδια στιγμή καταχρέωναν μέχρι χρεοκοπίας τους συνεταιρισμούς. Αυτή είναι η κύρια πηγή των χρεών τους.
Οι συνεταιρισμοί αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τα χρέη αυτά και σε συνάρτηση με τα πολύ υψηλά επιτόκια και τους τόκους υπερημερίας εκτοξεύονταν το ύψος τους και έφτασε ως εδώ που είναι σήμερα. Από τη δεκαετία του ’90 ακόμα η κεντρική διοίκηση των Συνεταιρισμών και οι ενώσεις έθεσαν το αίτημα διαγραφής των χρεών ή τουλάχιστον των προσαυξήσεων το κράτος όμως κώφευε γιατί προείχαν τα συμφέροντα των τραπεζών και όχι των αγροτών. Έτσι φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση.
Ορισμένοι πρόθυμοι, όπως πάντα, μιλούν για κακοδιαχείριση των Συνεταιρισμών που είχε ως συνέπεια την καταχρέωση τους. Αυτό είναι ένα επιχείρημα για να στηριχτεί η κυβερνητική πολιτική. Οι συνεταιρισμοί λειτουργούσαν και λειτουργούν στη βάση συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου και κάτω από τον έλεγχο των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους. Αν και όσο τέτοια φαινόμενα υπάρχουν την πρώτη ευθύνη για αυτά έχουν τα κρατικά όργανα και καθόλου δεν ευθύνεται ο αγροτικός κόσμος.
Η λύση είναι να τεθεί και να διεκδικηθεί μαζικά το αίτημα διαγραφής των χρεών των συνεταιρισμών αλλιώς το ΤΑΟΛ και γενικότερα οι συνεταιρισμοί διαλύονται.
Αυτό το προφανές φιλοαγροτικό αίτημα δυστυχώς το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΟΛ δεν το υποστήριξε, αντίθετα προσπαθεί με απαράδεκτες μεθόδους, όπως με διαδικτυακή συνέλευση στην οποία θα συμμετέχουν εκατοντάδες αγροτών στα χωριά -αν είναι δυνατόν- να αποφασιστεί το ξεπούλημα του οινοποιείου και ποιος ξέρει ποιών άλλων περιουσιακών στοιχείων ώσπου να αποπληρωθεί το χρέος.
Δεν είναι όμως μόνο το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΟΛ υπέρ του ξεπουλήματος της περιουσίας του. Η Πρωτοβουλία Αγροτών κινείται σε παρόμοια λογική. Δεν αποκλείει την εκποίηση του οινοποιείου, αλλά θεωρεί ότι οι τιμές των ακινήτων σε αυτή τη συγκυρία είναι χαμηλές και δεν θα υπάρξει υψηλό τίμημα για αυτό προτείνει να εκποιηθεί το ξενοδοχείο, ενδεχομένως το κτίριο της διοίκησης ή κάτι άλλο.
Η θέση για ξεπούλημα της περιουσίας του ΤΑΟΛ είναι ευθεία βολή στον αγροτικό κόσμο και επιπλέον είναι πράξη αντιδραστική γιατί θέτει, έστω και κάτω από πίεση, υπεράνω του κόσμου της εργασίας τα συμφέροντα των τραπεζών και παράλληλα είναι πράξη υποταγής.
Το αίτημα της διαγραφής των χρεών και το κάλεσμα του αγροτικού κόσμου και γενικότερα των Λευκαδιτών να το διεκδικήσουν είναι η μοναδική τακτική που πρέπει να ακολουθηθεί. Όλοι όσοι άμεσα ή έμμεσα υποστηρίξουν την εκποίηση της περιουσίας πρέπει να απομονωθούν από τους αγρότες.
Τέλος η παράδοση του Οινοποιείου και μαζί του τουριστικού περιπτέρου στο Κάστρο από το δήμο και το λιμενικό ταμείο στον ίδιο αφέντη στην εταιρεία ΝΟΣΙΟΝ είναι πραγματικό έγκλημα σε βάρος του νησιού μας, του συνόλου των κατοίκων του, των παραδόσεων και της ιστορικής μνήμης.
Πρέπει να το εμποδίσουμε.
Γεράσιμος Αραβανής
Εφ όσον η ασκούμενη πολιτική χρόνια απ τις κυβερνήσεις – με βάση τους ΕΟΚ/ ΚΑΝ – ήταν η αποπαραγικοποίηση της πρωτογένειας για την Ελλάδα, μέσα σε αυτή εντάχθηκε και η προοδευτική αδράνεια του ταόλ, οφείλει το κράτος ( ώς συνέχεια) να διαγράψει τα χρέη του ταόλ .. και ταυτόχρονα να δώσει μια νέα πιστωτική γραμμή ( νέο δάνειο ) στην βάση της από δώ και πέρα με βάση το όποιο παραγωγικό μοντέλο για την αγροτική ανάπτυξη έχει οριστικοποιηθεί , μέσα στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής αναπτυξιακής σχεδίασης.
ΤΑ χρέη του ταόλ είναι ελάχιστα, μπροστά στα χρέη άλλων συνεταιρισμών της χώρας και άλλων επιχειρήσεων εμπορικοβιομηχανικών που και λόγω της οικονομικής δυστοκίας χρόνια , αλλά και λόγω Ευρωπαικής κανονιστικής ώς παραγωγική κατανομή απαξιώθηκαν χρόνια.
ΠΛέον τα μικρά χρέη του ταόλ, και μετά τον διαμελισμό της Αγροτικής τράπεζας ( κατάργηση του αγροτικού πλεονεκτήματος ) έχουν περιέλθει σε ασαφές διαχειριστικό πλαίσιο, που σίγουρα τον πρώτο λόγο τον έχει και το κράτος αλλά και το ΤΧΣ ώς εποπτεία του τραπεζικού συστήματος. Και βέβαια οι συνεταιριστές του ταόλ, φορτώθηκαν και αυτοί φορολογικά χρέη ώς κρατικά χρέη για να περισωθούν οι τράπεζες κεφαλαιακά. Και όλο αυτό ώς πάλι κρατική πολιτική εφαρμοσθείσα με βάση την Ευρωπαική κανονιστική για τον χειρισμό κρατικού χρέους και σωτηρίας τραπεζών. Ουσιαστικά και σε κάποιο βαθμό , οι φορολογούμενοι συνεταιρισμένοι του ταόλ , έχουν καταβάλει φορολογικά – το πόσο πρέπει να αναζητηθεί- ποσό για την διαχειριστική σωτηρία ίσως του πιστωτή ( Αγροτική τράπεζα). Και αυτό το ποσό που φορολογικά καταβλήθηκε ώς ατομική φορολόγηση των συναιτερισμένων, πρέπει να υπολογισθεί , μια και κατευθύνθηκε ώς κρατικό χρέος στην σωτηρία ίσως του κάθε πιστωτή αν αυτός είναι τράπεζα.
Ο κάθε πιστωτής εν προκειμένω και αν είναι τράπεζες, μπορεί αν θέλει να ενεργοποιήσει την διαδιακασία αναγκαστικής εκτέλεσης των όσων υποθηκευμένων περιουσιακών στοιχείων , κάθε χρεώστη ( αλήθεια γιατί δεν το κάνουν οι τράπεζες μαζικά ???) και αν το ποσό που θα εισπραχθεί απ την εκτέλση είναι μεγαλύτερο του χρέους, οφείλει με επιταγή να επιστρέψει την διαφορά στον χρεώστη και να εξοφλήσει το χρέος . Αν πάλι το ποσό της εκτέλεσης είναι μικρότερο του χρέους τότε χάνει το περιουσιακό στοιχείο ο χρεώστης και να συνεχίσει να παραμένει με την διαφορά χρεωμένος ο χρεώστης . Πολύ απλά. Αλλά τότε στην 2η περίπτωση θα πρέπει να τεθούν υπολογιστικά τα προβλήματα αποτίμησης του περιουσιακκού στοιχείου, των ευθυνών αξιακού προσδιορισμού των δανειακών κεφαλαίων που χορηγήθησαν στην βάση της αξίας των εχεγγύων και εισοδημάτων του χρεώστη, την εποχή που δανειοδοτήθηκε. Και αυτό θέλει να το αποφύγει το πιστωτικό σύστημα στην Ελλάδα, γιατί θα ανοίξουν τα θέματα αξίας δανειακών κεφαλαίων στην βάση των εχεγγύων ασφάλισης, στην βάση των εισοδημάτων των χρεωστών την εποχή δανειοδότησης και μέχρι την εποχή αναγκαστικής εκτέλεσης.
Το πρόβλημα αυτό – των αξιών στον χρόνοεισοδημάτων – δανειακών κεφαλαίων- ενδιαμέσων ζτον χρόνο καταβολών απ τους χρεώστες- υπολειματικής αξίας δανείων και αξίας εκάστοτε τρέχουσας εχεγγύων δανεισμού .. δεν θέλει να το αντμετωπίσει καμμία κυβέρνηση από το 2010 και μετά. Κωφεύοουν οι κυβερνήσεις ευκαιριακά , με μέτρα δήθεν κοινωνικής πρόνοιας προσωρινής αναστολής των πλειστηριασμών, που ουσιαστικά τροφοδοτούν εκ νέου με νέα χρέη το συνολικό πρόβλημα. Και έτσι το πρόβλημα επανήλθε και θα επανέρχεται.
Στην γενίκευση των αναγκαστικών εκτελέσων, θα πρέπει το Ελληνικό κράτος να αποφασίσει αν θα δεχτεί, την απώλεια περιουσιών ιδιωτικών ή συλλογικών ( όπως οι συνεταιρισμοί) και ταυτόχρονα την συνέχεια του χρεωστασίου των οφειλετών για κάμποσες γεννιές. Και αν αυτό θα αποτελέσει αναπτυξιακό κίνητρο. Ή και κατά πόσο η υφιστάμενη κατάσταση αποτελεί αναπτυξιακό κίνητρο.
Θα πρέπει ακόμη να αποδεχθεί και το Ελληνικό κράτος ώς γενικό κανόνα αξιακής απομειώσεως των περουσιακών στοιχείων το μέτρο απομειώσεως τουλάχιστον του ΑΕΠ , και με τους κλαδικούς σταθμικούς επί μέρους προσδιορισμούς ( λόγω μειώσεως εισοδημάτων- αύξηση της φορολογίας, καταβάθρωσης στρατηγικά του παραγωγικού κάθε κλάδου δεδομένου, και εφ όσον κρατική πολιτική ήταν η αποπαραγωγικοποίησης της πρωτογένειας, που στην Λευκάδα ήταν το επιδοτούμενο ξαμπέλωμα, άρα την ουσιαστξή απενεργοποίηση του ταόλ).
Και όσο οι Ελληνικές κυβερνήσεις ( ώς διαρκές συνεχές κράτος) δεν ενεργούν, τόσο το πρόβλημα θα μεγαλώνει. Και όσο και αν φαίνεται ότι η τεχνική απροσωποποίηση μέσω ηλεκτρονικής του κράτους θα απαλλάσει το κράτος απ το πρόβλημα αυτό, μεταφεροντάς το ώς πρόβλημα σε πιστωτικούς φορείς και χρεώστες, τόσο θα μεγαλώνει.