Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Όλα ξεκίνησαν το 1986 , λίγα χρόνια αφότου τελείωσα το Πολιτικό της Νομικής και είχα αρχίσει ήδη να βγάζω αρκετά χρήματα δουλεύοντας στην εφημερίδα Η ΠΡΩΤΗ , την κοσμική του ΚΚΕ αλλά και στα έντυπα του Γιώργου Κοσκωτά (ΕΝΑ, ΚΑΙ TV3). Είχα συγκεντρώσει μερικά χρήματα και ο πατερούλης έκρινε πως έπρεπε να συμπληρώσει τα υπόλοιπα για να αγοράσω το πρώτο μου αυτοκίνητο. Το είχα χαλβαδιάσει το γκρί Ντεσεβω της Citroen του Αγγελίδη που βρισκόταν ακριβώς 100 μέτρα απο το σπίδι μου επί της Συγγρού (έμενα τότε στην Καλλιρρόης).
Έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη πήγα και το αγόρασα σαν καραμέλλα απ΄το περίπτερο. Και το οδήγησα στο Αθηνόραμα αυθωρεί και παραχρήμα το γκρί ολοκαίνουριο ντεσεβώ μου και γούσταρα που όλα του ήταν διαφορετικά γιατί διαφορετικά τα ήθελα. Άνοιγα τα παράθυρα απο κάτω και κόλλαγαν στο τζάμι, οι ταχύτητες ήταν στο χέρι και ο ουρανός άνοιγε σαν κονσερβοκούτι… Και ήμουν ερωτευμένη με το ντεσεβώ μου και μάλιστα ήταν τότε που διάβαζα την Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ και άλλα λογοτεχνήματα της Βυζαντινής εποχής και έτσι ονόμασα το γκρί αυτοκίνητο της αγάπης μου Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο-Φραγκούλη.
Οι φίλοι και συνάδελφοί μου ακόμη δεν είχαν αποκτήσει αυτοκίνητο. Έμπαιναν μέσα και αλωνίζαμε την παραλιακή και κόβαμε βόλτες και κάναμε επαγγελματικα ταξίδια. Και χαχανίζαμε ατέλειωτα και τα Σαββατόβραδα αργά τα μεσάνυχτα φόρτωνα την Πεταλούδα και τα κορίτσια και ροβολούσαμε στην Ομόνοια με τον ουρανό του οχήματος ανοιχτό. Κι αυτές έδιναν κι έπαιρναν τηλέφωνα απο οδηγούς άλλων οχημάτων και γινόταν ένας τρελός χαμός…Ανυποψίαστες τότε για το τι έμελλε να συμβεί ήμασταν χαμένες στον ανέμελο κόσμο μας, χαρούμενες, καραμελένιες, μόνιμοι επιβάτες του ντεσεβώ.
Και εγώ όλο και περισσότερο γινόμουν εξαρτημένη του Γοδεφρείδου… ¨Ωσπου ήρθε εκείνη η αποφράδα μέρα, έξι μόλις μήνες αφότου είχα αγοράσει το πρώτο μου αυτοκίνητο… Κατέβηκα στην οδό Λυσιμαχίας να βρω το Γοδεφρείδο, μα Γοδεφρείδος δεν υπήρχε. Και έψαχνα σαν τρελλή παντού, μα μου το είχαν κλέψει ανεπιστρεπτί. Και οι συνάδελφοι της Πρώτης θρηνούσαν μαζί μου και έβαλαν αγγελίες καθημερινά μήπως βρεθεί ο Γοδεφρείδος. Κι εγώ ξέρναγα παντού κι έχασα δέκα κιλά κι έγινα ανορεξική σχεδόν.
Ο πατερούλης, που έτυχε να είναι στην Αθήνα όταν μου έκλεψαν το ντεσεβώ με πήρε αγκαλιά, μου σκούπισε τα δάκρυα και μου είπε: «Παιδί μου μην κλαις , αυτοί που το πήραν θα είχαν μεγαλύτερη ανάγκη απο σένα». Τον κοίταξα θυμωμένα και του απάντησα : «Καλά λένε πως η θρησκεία είναι το όπιον του λαού.»
Πέρασε ένας χρόνος κανονικού πένθους, παντού αναζητούσα το Γοδεφρείδο, έλεγα μην τον είχαν βάλει σε άλλη γειτονιά, έψαχνα τα ντεσεβω στο δρόμο μην τυχόν και είχαν κανένα απομεινάρι δικό μου και το αναγνώριζα το κλεμμένο μου. Κι όμως τίποτε, σιωπή, σκοτάδι…
Ώσπου τον επόμενο χρόνο αποφάσισα να αγοράσω ένα μεταχειρισμένο ντεσεβώ πάλι, για να μη με νοιάζει αν μου το χτυπάνε στο δρόμο, να μη με νοιάζει αν μου το κλέβανε, να μην κλάψω αν θα τόχανα. Ήταν κόκκινο και το αγόρασα δεύτερο χέρι απο το συνάδελφο Νίκο Οικονομόπουλο του οικονομικού ρεπορτάζ, που ήθελε επειγόντως τα λεφτά να αγοράσει φωτογραφική μηχανή να ταξιδέψει στην Τουρκία να αποτυπώσει τις πόλεις και τα χωριά της Ανατολίας. Ο Νίκος έγινε βραβευμένος φωτογράφος του πρακτορείου MAGNUM κι εγώ ένιωθα σαν μαικήνας καθώς με τα δικά μου τα λεφτά έχτισε την καριέρα του.
Το κόκκινο ντεσεβώ άρχισε πάλι τις ειδικές διαδρομές και μάλιστα κατέβαινε στο Κάθισμα και στο Πόρτο Κατσίκι όταν οι δρόμοι ήταν χωματένιοι και δύσβατοι για τα σεντάν αυτοκίνητα. Και μέσα στριμώχνονταν οι φίλοι μου και οι φίλες μου και ο Ted της καλοκαιρινής αγάπης απορούσε πώς δεν καταδεχόμουν τα μεγάλα και ακριβά του αυτοκίνητα. Μα η ανεξαρτησία μου δεν είχε τίμημα, ούτε τότε ούτε τώρα ούτε ποτέ.
Αυτό το ντεσεβώ το ονομάσαμε Φρου-Φρού γιατί έκανε διάφορους θορύβους και μάλιστα κάηκε μια φορά η μηχανή του στα χέρια του συναδέλφου μου Γιάννη Τριάντη που μου το είχε ζητήσει δανεικό όταν έλειπα στην Αμερική. Και όταν επέστρεψα του έβαλα καινούρια μηχανή και το έβαψα μαύρο επίσημο, λαχταριστό μαύρο χρώμα. Και γυάλιζε και ήταν ωραία η Φρουφρού στη μαύρη τουαλέτα της.
Με αυτό το ντεσεβώ πήγα στην εκκλησία νύφη και το στόλισε ο Πάνος ο Φέξης με κρίνους ολόγυρα. Και κόρναρε ο αδελφός μου στη Λευκάδα να μοιραστεί ο κόσμος τη χαρά μας…Και γελούσαμε ανυποψίαστοι με την Πεταλούδα μας … Γελούσαμε οι τρείς μας, μια μικρή συμμαχία παιδιών μιας μοναδικής αγαπητικής οικογένειας.
Το ντεσεβώ το άφησα στην Πεταλούδα όταν έφυγα πλέον για τον Καναδά κι ενώ είχαμε πει να μην το δώσουμε ποτέ αλλά να το κάνουμε κασπώ για λουλούδια στο τέλος της ζωής του, εκείνη τελικά το παρέδωσε για απόσυρση για να αγοράσει ένα Starlet!
Χρόνια αργότερα ο λατρεμένος παιδικός μου φίλος Ηλίας Γεωργάκης το έκανε ποίημα το ντεσεβώ με μούσα του την ΙΟΥΣΤΙΝΗ. Και τον ευχαριστώ που τίμησε εκείνες τις νεανικές μας μνήμες. Και ακόμη περισσότερα χρόνια αργότερα η ταλαντούχα μας η Πάττυ Καλού πήρε το ποίημα και το έκανε σάλσα τραγούδι και γύρισε ένα βίντεο καλοκαιρινό, ερωτικό, αρωματισμένο με πολλή πολλή αγάπη.
Καλοτάξιδο Πάττυ και Ηλία το ντεσεβώ μας! Πάμε με ανοιχτό τον ουρανό να κατακτήσουμε ερτζιανά και καρδιές ανθρώπων!
ΝΤΕΣΕΒΟ-ΙΟΥΣΤΙΝΗ
ΜΟΥΣΙΚΗ-ΤΡΑΓΟΥΔΙ:ΠΑΤΥ ΚΑΛΟΥ
ΣΤΙΧΟΙ:ΗΛΙΑΣ ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ
————————————–
ΙΟΥΣΤΙΝΗ
Συθέμελα η σκέψη μου
Αφουγκράζεται
Αυτά που νόμισε
Πως θάρθουν.
Τα όνειρα ομπρέλες
Που δεν άνοιξαν
Τα πάθη ρούχα
Που ξεβάφουν.
Στο παλιό το ντεσεβό
Σούχα πεί τα σ΄αγαπώ
Ένα βράδυ βροχερό
Στο μικρό το ντεσεβό.
Σε καπνούς και αλκοόλ
Δίνω ψεύτικο παρόν
Προσποιούμαι ότι ζώ
Στο παλιό το ντεσεβό.
Τώρα μείναμε Ιουστίνη
Ναυαγοί στο φινιστρίνι
Με τα όνειρα ξενύχτες
Αφιλόξενες τις νύχτες.
Εγώ όμως θα σε βρώ
Στο παλιό το ντεσεβό
Να σου πώ τα σ΄αγαπώ
Ένα βράδυ βροχερό.
ΗΛ.ΓΕ.
Το ντεσεβώ πάντα ήταν δικύλινδρο αερόψυκτο προσθιοκίνητο και προσθιομήχανο .
Αρχικά ήταν με μοτέρ χωρητικότητος 402 cc ( DC2) και στην πορεία έγινε 604 cc ( DC4).
Ηταν το ουσιαστικά επιβατικό και αγροτικό αυτοκίνητο της Γαλλικής περιαστικής επαρχίας, για την μεταφορά των αυτοκαταναλωτικών προ’ι΄’ντων , μέχρι και αυγά σε καλάθι για να μην σπάνε λόγω της δυνατότητας απόσβεσης των οδικών ανωμαλιών στους Γαλλικούς περαστικούς αγροτικούς δρόμους, αλλά και της δυνατότητας αναψυχής μεταπολεμικά , μετά τις εργασικές κατακτήσεις εκ του Λαικού μετώπου της δεκαετίας απ το 1936. Ήταν φθηνό γενικά – σε εποχές που τα αυτοκίνητα ήταν απλησίαστα για το μέσο εισόδημα- και η αρχική ιδέα σχεδιασής του ανάγεται την δεκαετία του 1930. Αερόψυκτο κατά τις νόρμες της μηχανικής της εποχής, για να μην έχει ψυγεία νερού που θα μπούκωναν από τις σκόνες των χωμάτινων γενικά δρόμων. Εύχρηστο με 4 πόρτες και 4 έως και 5 θεσεις και με αιρετικό άνοιγα των παραθύρων στις πόρτες , και βγήκε και σε εκδόσεις μίγμα τάργκα και convertible που ο πλαστικός ουρανός σύρονταν όλος στα πλαίσια πάνω απ τις πόρτες. Ακολουθούσε τις αεροδυναμικές νόρμες του Δόκτωρα Kamm – το αυγοειδές σχήμα- της δεκαετίας του 1930.
Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για πολλά χρόνια ώς και αυτοκίνητο της ανεμελιάς και της νεανικότητας, ήταν ακούραστο δεν έσπαγε το πλαίσιο του – σασί του- σε κάθε είδος οδοστρώματος, ήθελε μόνο βενζίνη και λάδια , οικονομικό και αποτελεσματικό για τα χρήματα που ξόδευε ο ιδιοκτήτης ή η ιδιοκτήτρια. Ήταν και γκλαμουριαστικό , σημάδεψε και την εποχή των Χίπις της δεκαετίας του 1960.
Λιτό – απροβλημάτιστο- ακόμη κα πρωτόγωνο μηχανικά, παρέμεινε το ίδιο για χρόνια και στις επετειακές του εκδόσεις στο τέλος του βίου του.
Στην υλοποιησή του κύρια εργάστηκε ο σπουδαίος μηχανικός και σχεδιαστής αυτοκινουμένων Φλαμίνιο Μπερτόνι, στον οποίο η αυτοκίνηση χρωστάει πολλά τον 20ο αιώνα.
Θεωρείται το αυτοκίνητο μέσα στο οποίο έλαβαν χώρα οι περισσότερες ερωτικές συνευρέσεις των νέων και νεανίδων .
Όλη την δεκαετία του 1980, η δυνατότητα αγοράς και κατοχή μεταφοιτητικού αυτοκινήτου ήταν δείγμα οικονομοταξικής ευμάρειας και προσωπικού παλιμπαιδισμού μέχρι υπαρξιακού μεγενθυμένου ναρκισσισμού.
Δεν ήταν δείγμα ωραίου ( δεν ήταν στην ηλικιακή ώρα του η ιδιοκτησία τότε μεταφοιτητικού αυτοκινήτου ) , και η εκ των υστέρων αναδρομική προσπάθεια νοσταλγικής αναφοράς , υπηρετεί την ανάγκη κύρους μέσω της απολογίας ( ώς εξιλέωση ) για το μη ωραίον της τότε εποχής.
Το κατά πόσον στην κοινωνική ηλικιακή διαδρομή μπορεί κάποιος ή κάποια να εμβαίνει χρονικά εκ των υστέρων αναφορικά απολογητικά στα όσα τον/την αφορούν ( πράξεις ή παραλείψεις ) και αυτό να μην εξυπηρετεί την ανάγκη διελκύστιδας ( ως συνέχειας) του προσωπικού ναρκισσισμού, και σε ποιό μέγεθος ( αυτού του ναρκισσισμού ) έχει να κάνει ισοπόσως αναλογικά και με την δημοσιότητα και δημοσιοποίηση της απολογιτκής αναφοράς πλατύτερα, υπό πάντα την ασφάλεια του βιωμένου ( ακίνδυνου ) χρόνου.
Το σύμπτωμα της τεχνητής ευκαιριακά ωραιοποίησης ώς διαρκής αναγκαία και μόνιμη κανονικότητα ( και υπαρξιακό στήριγμα ) του προσωπικού εκάστοτε ναρκισσισμού.