ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Λευκάδα, 25 Οκτωβρίου 2020
Θανάσης Καββαδάς: «’’Σεισάχθεια’’, ’’δεν πληρώνω’’, ‘‘κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη’’ έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση, υπερφορολόγηση και πλειστηριασμούς έφερε ως κυβέρνηση» – Ομιλία στη Βουλή στην πρόταση μομφής κατά του Υπουργού Οικονομικών
Ομιλία στη Βουλή κατά τη συζήτηση της πρότασης μομφής που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ εναντίον του Υπουργού Οικονομικών της Κυβέρνησης, κ. Χρήστου Σταϊκούρα πραγματοποίησε ο Βουλευτής Ν. Λευκάδας Θανάσης Καββαδάς.
Ο Βουλευτής τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή, που η κυβέρνηση και η ελληνική κοινωνία αγωνίζονται σε δύο κρίσιμα μέτωπα, ενάντια δηλαδή στην τουρκική προκλητικότητα και τον κορονοϊό, επέλεξε να προσπαθήσει να βγει από την πολιτική λήθη για να τραβήξει την προσοχή μακριά από τα εσωκομματικά του προβλήματα, καταλήγοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ άλλα έλεγε στα κάγκελα, ως αντιπολίτευση, και άλλα έκανε όντας στην καρέκλα, ως Κυβέρνηση.
Υπενθύμισε ότι από το προεκλογικό «δεν πληρώνω» που οδήγησε στην αύξηση των κόκκινων δανείων κατά 50% μέσα στο 2015, διότι ο κόσμος άκουσε την κυβέρνηση και σταμάτησε να πληρώνει, φτάσαμε στο να ομολογεί ο κ. Τσακαλώτος ότι με «ταξική μεροληψία» υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη.
Υπενθύμισε ότι το 2017, ο ΣΥΡΙΖΑ υποτίθεται θα έφερνε επανάσταση στο θεσμό του εξωδικαστικού συμβιβασμού, με τον τότε Υπουργό Ανάπτυξης να λέει ότι θα ωφεληθούν 400.000 οφειλέτες, ενώ στην πραγματικότητα, μέχρι τον Ιούλιο του 2019 είχαν γίνει 7.300 αιτήσεις και τελικά μόνο 2.200 οφειλέτες ρύθμισαν τα χρέη τους – δηλαδή, μια τραγική αποτυχία.
Ο εξωδικαστικός επί ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε μία γραφειοκρατική διαδικασία, ανέφερε ο Βουλευτής, με δεκάδες στάδια που προϋπέθεταν χρόνο και χρήμα, ενώ αντίθετα σήμερα, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αυτοματοποιεί τη διαδικασία, μέσω της ειδικής πλατφόρμας, τον επεκτείνει υπό όρους και σε ενήμερους οφειλέτες, δίνει 240 δόσεις, δηλαδή 20 χρόνια για την αποπληρωμή, διασφαλίζοντας την περιουσία και τα εισοδήματα των οφειλετών.
Συνέχισε υπενθυμίζοντας ότι το 2017, ο τότε Υπουργός των Οικονομικών, ο κ. Τσακαλώτος, έλεγε ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί χρειάζονται για να έχουμε καλές τράπεζες, κι ότι έτσι, το «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» που επαναλάμβανε ο Αλέξης Τσίπρας από τη Ρόδο το 2015, και που έφερε την εκλογική νίκη στο ΣΥΡΙΖΑ ξεχάστηκε αμέσως μόλις βρέθηκε στο τιμόνι της διακυβέρνησης. Επεσήμανε ότι όταν οι τραπεζίτες έπαψαν να είναι ο ταξικός εχθρός και έγιναν συνέταιροι στη χάραξη της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η «νέα σεισάχθεια», που διακήρυσσε ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ ακόμα και το Σεπτέμβριο του 2014, ξεχάστηκε.
Ο Βουλευτής συνέχισε την ομιλία του αναφερόμενος στο νόμο Κατσέλη, λέγοντας ότι τον Φεβρουάριο του 2019 μπήκε οριστική ταφόπλακα στην οριζόντια προστασία της πρώτης κατοικίας, με τον νόμο 4592 που έδινε διορία 6 μηνών, σε ελάχιστους δικαιούχους, να σώσουν τα σπίτια τους, με αποτέλεσμα να γίνουν συνολικά 25.672 ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Υπενθύμισε την πολιτική της υπερφορολόγησης, αλλά και της αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, που εκτίναξαν τις οφειλές προς την εφορία στα 104 δις ευρώ και προς τα ασφαλιστικά ταμεία στα 35,4 δις ευρώ το 2019 από 13,7 που ήταν το 2015, σχολιάζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να ευτελίσει μία ύψιστη κοινοβουλευτική, δημοκρατική διαδικασία επικαλούμενο ωμά ψέματα για τον Υπουργό των Οικονομικών, και κατέληξε:
«Είναι ωμά ψέματα είναι ότι ο Υπουργός Οικονομικών δεν στήριξε και δεν στηρίζει τους μισθωτούς, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τα νοικοκυριά. Αν αυτή τη στιγμή υπάρχει πρόβλεψη για ανάκαμψη το 2021 από τη λαίλαπα της επιδημίας, είναι γιατί αυτός ο Υπουργός, πήρε μέτρα έγκαιρα και καίρια. Αλλά και γιατί έχουν μπει γερά θεμέλια, με τα 14 νομοσχέδια που αποτυπώνουν το σύνολο της αναπτυξιακής, οικονομικής πολιτικής αυτής της κυβέρνησης.
Εσείς αυξάνατε φόρους, εμείς μειώνουμε φόρους.
Κι αν αυτή τη στιγμή υπάρχει ελπίδα να ρυθμιστεί το ιδιωτικό χρέος και να ανακάμψουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, αν υπάρχει ελπίδα να προστατευθεί η πρώτη κατοικία, είναι γιατί μόλις τελειώσει αυτή η φάρσα της πρότασης μομφής, η Βουλή θα ψηφίσει ένα νομοσχέδιο που χαρακτηρίζεται από την ίδια τόλμη, την ίδια κοινωνική ευαισθησία και τον ίδιο ρεαλισμό, που χαρακτηρίζουν τον εισηγητή του και κύριο εκφραστή της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, τον Υπουργό των οικονομικών. Καταψηφίζω λοιπόν την πρόταση δυσπιστίας και στηρίζω τον Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.»
Το τραπεζικό σύστημα εξαιρέθηκε αυστηρά από το σχέδιο Μάρσαλ ( όπως και το δημόσιο τότε χρέος ) και αυτό ουσιαστικά επέδρασε στο να οργανωθεί ένα πιστωτικό σύστημα στην χώρα κλειστό για χρόνια για τους πολίτες και την οικονομική ζωή , βασιζόμενο ουσιαστικά στην καταθετική ( εισπρακτική λειτουργία για τις τράπεζες ) ώς και μονοπώλιο καταθέσεων.
Οι όροι βέντσουρ κάπιταλ , η συμμετοχή των τραπεζών σε αναπτυξιακές διεργασίες της χώρας είτε με δάνεια είτε ώς επιχειρηματική συμμετοχή , είτε ώς χρηματοδότησει καινοτομιών για την εξέλιξη των είχε εξοβελισθεί , και πρός αυτή την κατεύθυνση εξηγούνται τα τεράστια επιτόκια δανεισμού χρόνια. Βέβαια το σύστημα της διακριτικής και στοχευμένης μέσω τραπέζων χρηματοδότησης μιας αρχικά προσπάθειας οργάνωσης ενός αστικού μοντέλου παραγωγισμού ίσχυε, με κύριο εκπρόσωπο τον επιχειρηματία και ιδιοκτήτη τραπεζών ( Εμπορικη και Ιονική τράπεζα ) Ανδρεάδη ο οποίος χρηματοδοτούσε τα ιδιωτικά ή μικτά ( με την συμμετοχή του κράτους ) έργα π. Χίλτον, κλπ βιομηχανία.
Από την προπολεμική εποχή οι προνομοιακές σχέσεις συγκεκριμένων αστικοτήτων με την Εθνική Τράπεζα ( σύστημα Δροσόπουλου , Μποδοσάκη, Πειραικής Πατραικής κλπ ) συνέχισε και μεταπολεμικά και κύρια την αναπτυξιακή δεκαετία του 1950 και πέρα, αλλά πάντα επιλεκτικά. Ποτέ το τραπεζικό σύστημα μεταπολεμικά μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980, δεν λειτούργησε ώς τραπεζικό σύστημα πλατιάς σοβαρής χρηματοδότησης με αξιολόγηση και στάθμιση των επενδυτικών κινδύνων κάθε δανεισμού , και ποτέ δεν προσέτρεξε να χρηματοδοτήσει επ ωφελεία του μια βιομηχανική αρχική ή επιχειρηματική καινοτομία για την αναδειξή της και την διεθνέστερη επεκτασή της. Ουσιαστικά το τραπεζικό σύστξημα της χώρας λετοθργούσε χωρίς καμμία διάθεση και εμπειρία για να εξοικειωθεί με τις αξιολογήσεις και την εμπειρία ρίσκων , για να μπορεί έτσι λειτουργικά να αποτελέσει πραγματικό μοχλό ανάπτυξης μέσω υγιών χρηματοδοτήσεων, και εκμετάλευση των επιχειρηματικών καινοτομιών.
Το τραπεζικό σύστημα ήταν κλεισμένο ουσιαστικά στον καταθετικό του ρόλο πολιτικά κανοναρχούμενο , και απόδειξη είναι ότι μέχρι μια εποχή ώς το τέλος της δεκαετίας του 1980, μεγάλο μέρος των καταθέσεων των εμπορικών τραπεζών έπρεπε υποχρεωτικά να κατατίθονται στην τράπεζα της Ελλάδος. Τουτέστιν υπήρχε και πρόσθετος λόγος που οι εμπορικές τράπεζες ήταν απρόθυμες να συμμετάσχουν στην υγιή επιχειρηματική αξιολογικά χρηματοδότηση για την παραπέρα ανάπτυξη και παραγωγική εξωστρέφεια της χώρας.
Στα μέσα και πρός το τέλος της δεκαετίας του 1980, το τραπςζικό σύστημα επιλεγμένα έκαμε ένα ανοιγμα χρηματοδότησης των κατοικιών (το δικό σου κκεραμίδι ) πλατύτερα με κάποιους αξιολογικότερους όρους εμπειρίας από ειδικευμένα ιδρύματα αλλά πάντα με τον κρατικό κύρια έλεγχο για την διαμόρφωση των αξιών των ακινήτων.
Απ τα μέσα του 1990 οι καταθέσεις του τραπεζικού συστήματος ( δηλαδή η δανειοληψία των τραπεζών απ τους πολίτες ) χρησιμοποιήθηκαν για την χρηματιστηριακή φούντωση , μια είχε εκπονηθεί πολιτικά το εκσυγχρονιστικό δόγμα της χρηματοδότησης της οικονομικής ζωής όχι με κριτήρια τραπεζικής αξιολόγησης αλλά με κριτήρια του χρηματιστηριακής οργάνωσης, σε μια χώρα με καμμία εμπειρία κεφαλαιαγοράς που χρηματοδοτεί την αναπτυξιακή διαδικασία της χώρας. Για τούτο και αυτονομήθηκε η χρηματιστηριακή λειτουργία ώς αυτόνομη επιχειρηματικότητα για κάποια χρόνια με υψηλή κερδοφορία και κερδοσκοπία. Παρέμενε έτσι πρόβλημα του τραπεζικού συστήματος, της απουσίας εμπειρίας χρηματοδοτήσεων , ρίσκων, συμμετοχών σε παραγωγικές προσπάθειες και καινοτομίες, και δεδομένης της αποβιομηχάνισης και αποαγροικοποιήσεως της χώρας , και την στροφή σε μια προβληματική τριτογένεια ουσιαστικά , και βάσει των κανόνων απελευθέρωσης των τραπεζικών και καταναλωτικών κανόνων απ την Ευρώπη, και λόγω Ευρώ, οδήγησε στο χρηματοδοτικό χωρίς βάση Ελντοράντο ακόμα και σε ζημιογόνες επιχειρήσεις, χρηματόδοτηση βάσει τζίρου και όχι βάσει διάρκειας και σταθερότητας των εργασιών και της κερδοφορίας την δεκαετία του 2000. Δεδομένης δε και της μετατροπής της οικοδομής από αγαθό κατοικίας σε εμπόρευμα που άρχισε απ το 1997 , η οικοδομική δραστηριότητα υπερχρηματοδοτήθηκε υπεραξιούμενη , χωρίς καμμία αξιολογική βάση τραπεζικής αντίληψης για το αξιακότητα και του οικονομικού φαινομένου της χώρας αλλά και της ίδιας της τραπεζικής λειτουργίας που διαχειριζόνταν το σύστημα των καταθέσεων των ιδιωτών ώς εγχρηματοποιημένος πλούτος.
Με την κατάρευση της Ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας και ουσιαστικά την χρεωκοπία από το 2010 , το ανύπαρκτο αξιακό μέρος του τραπεζικού συστήματος ήρθε στην επιφάνεια, με την αδυνατότητα επανείσπραξης των δανειακών ώς κεφαλαίων που οι τράπεζες είχαν δανείσει και με βάση τον προγραμματισμένο ρυθμό αξιακά επανείσπραξης, που είναι και το βασικότερο κριτήριο της όποιας δανειακής χρηματοδότησης απ τις τράπεζες διεθνώς και ιστορικά. Ακόμα όλοι θυμούνται στην Ελλάδα την ανασφάλεια που επέφερε η χρεωκοπία και το ασυντόνιστο της τραπεζικής λειτουργίας και εμπειρίας ώς τότε, όταν σε ημερήσια διάταξη οι πολίτες ιδιώτες κατυαθέτες έψαχναν να στείλουν τα χρήματά των στο εξωτερικό για ασφάλεια απ τον φόβο κατάρευσης των ίδιων των Ελληνικών τραπεζών. Υπήρξε και τραπεζίτης που έστειλε τα χρηματά του στο εξωτερικό γιατί ούτε ο ίδιος είχε καμμία εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα που ο ίδιος διοικούσε για χρόνια από θέσεις διοικητικού ή υποδιοικητού τραπεζών. Δειγμα τραπεζικού και κοινωνικού και οικονομικού σουρεαλισμού.
Και η όλη κατάληξη , το πρόβλημα της διαχείρησης των χρημάτων των πολιτών ( του εγχρηματοποιημένου πλούτου ) ώς καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα, να το διαχειριστεί το ίδιο το τραπεζικό σύστημα δανειοδοτώντας τους καταθέτες με τα δικά των χρήματα, και ταυτόχρονα λόγω της αδυναμίας των δανειοδοτηθέντων πολιτών να πληρώσουν τις υποχρεώσεις των λόγω χρεωκοπίας, ανεργίας, υπερφορόλόγησης , και γενικά εισοδηματικών καταρεύσεων των πολιτών,οι ίδιοι οι πολίτες καταθέτες να βρίσκονται αξιακά υπερχρεωμένοι , γιατί τα χρήματά των χρόνια τα διαχειρίστηκε το προβληματικό Ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε σουρεαλιστικές τραπεζικές νόρμες.
Οι ίδιες οι τράπεζες αξιολογούσαν τα χρηματοδοτημένα ακίνητα, και δανειοδοτούσαν τις ζημιογόνες επιχειρήσεις ( βάσει τζίρου ), αναβιβάζοντας και φουσκώνοντας το οικονομικό κύκλωμα, και ουσιαστικά εξαρθρώνοντας την αξιακότητα λειτουργίας του, στην βάση και της αδυνατότητας αποπληρωμής των δανείων απ τους πολίτες μετά την πτώση των εισοδημάτων χρεωκοπικά.
Η πολιτική διαχείρηση της χώρας όλων των χρόνων μέσα στην μακροχρόνια πλέον χρεωκοπία της χώρας από το 2010, δεν θέλει – μπορει αλλά δε θέλει- να δεί με τα ισχύοντα ιστορικά κριτήρια το αξιακό πρόβλημα που υπάρχει στην οικονομική βάση της Ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας. Που δεν είναι άλλο παρά η ίδια η απαξίωση του οικονομικού στοιχείου ώς παράμετρος κίνησης και αναπτυξιότητας της ίδιας της Ελληνικής κοινωνίας. Ταυτόχρονα η πολιτική διαχειρηση των χρεωκοπικών χρόνων, μέσω της αρνησής της να αναβιβάσει την αξιακότητα του οικονομικού στοιχείου έναντι της λογιστικής τραπεζικής αντιμετωπισής του , γαλουχεί την ίδια την τραπεζική οργάνωση για την συνέχιση της προβληματικής λειτουργίας του, και τούτο εκφράζεται με την άρνηση του πιστωτικού συστήματος ( με ευθύνη της πολιτικής διαχείρησης ) ακόμα και σήμερα να αυτοαξιολογηθεί αξιακά, αναλαμβάνοντας μέρος της ευθύνης που του αναλογεί για την υπερχρηματοδότηση έως φουσκωτική υπερθέρμανση της οικονομικής ζωής βάσει προβληματικών τραπεζικών αξιολογικών κριτηρίων τα χρόνια πρίν την χρεωκοπία, που αυτή η υπερχρηματοδότηση της οικονομικής συναλλακτικότητας οδήγησε στην χρεωκοπία.
Και αν το τραπεζικό σύστημα επικαλείται ότι μέρος της υπερχρηματοδόησης, κατευθύνονταν στην κάλυψη των ομολογιακών δανείων του κράτους, καλά είναι να κατανοήσει το ίδιο το τραπεζικό σύστημα και οι διακονούντες των σουρεαλιστές , ότι δεν διαχειρίζονταν τα χρήματα της εκάστοτε εναλλασόμενης πολιτικής διαχείρησης, αλλά τα χρήματα που τους είχαν δανείσει οι πολίτες ώς καταθέσεις, μια και οι τράπεζες ειναι εμπορικές επιχειρήσεις υπαγόμενες στο τέως υπουργείο εμπορίου( νυν υφυπουργείο του υπουργείου ανάπτυξης ). Ακόμη ότι λόγω της σουρεαλιστικής διαχείρησης του πλούτου των πολιτών, υπερθέρμαναν τις αξιακότητες ακινήτων για να χορηγήσυν τα μεγαλύτερα δάνεια, στην προοπτική του μεγαλύτερου εκ τόκων κέρδους, ώς εμπορικές επιχειρήσεις. Και το σημαντικότερο , τις αξιολογήσεις για την εκτίμηση των αξιών των υπεγγύων χρηματοδότησης και του ύψους δανειοδότησης το έκανε το ίδιο το τραπεζικό σύστημα, πάλι με βάση τα κριτήρια ώς εμπορικές επιχειρήσεις διαχείρησης χρήματος.
Και ώς τήρηση του εμπορικού νόμου, εξουσιοδοτημένη κοινωνικά είναι η πολιτεία και η πολιτική διαχείρηση. Εκτός και αν αυτή η πολιτική διαχείρηση αρέσκεται στα σουρεάλ σχήματα αποφάσεων. Αλλά τότε η πολιτική διαχείρηση, ας μην βαυκαλίζεται αναπτυξιακά με το προβληματικό αυτό αμετανόητο πιστωτικό σύστημα στην χώρα.
Μένει στους ιστορικούς ερευνητές και στους ιστορημένους οικονομολόγους, να εξετάσουν το παράδοξο της ώς τώρα ιστορικά για την Ελλάδα, που έγκειται στο εξής.
” Αν όπως καθ ολοκληρία στην οικονομολογική ιστορική έρευνα λένε ότι ισχύει, ότι το σχέδιο Μάρσαλ ουσιαστικά απέκοψε την δυνατότητα για την δημιουργία αστικής τάξης της χώρας μέσω της εντάξεως στο σχέδιο των κλάδων που χρηματοδότησε, μένει τότε να απαντηθεί το ερώτημα: Εφ όσον το τραπεζικό σύστημα εξαιρέθηκε απ το σχέδιο Μάρσαλ , —μπορεί να εξηγείται γιατί λειτούργησε ας υποθέσουμε συνεκτικά χωρίς προβλήματα ώς μια εποχή,—- αλλά δεν μπορεί να εξηγηθεί γιατί χρεωκόπησε αυτό το τραπεζικό σύστημα , και κατέφυγε στην αλλοδαπή τεράστια στήριξή του ( αναφέρονται κοντά στα 150 δις ευρώ δηλαδή κοντά στο 150% των εγγεγραμμένων καταθεσεών του ) για να μην διαλυθεί ???
Εδώ υπάρχει ένα τεράστιο μεθοδολογικό κενό σε όρους επιστημονικής ιστοριογραφικής αιτιότητας!!!
Σε ένα μέσο εισόδημα εργαζομένου ο καφενοβειακός Σύριζα άρπαξε πλέον 700 ευρώ πλέον έκτακτη εισφορά ( ώς εισφορά αλληλεγγύης ) της κάστας των επιδοτούμενων συριζαικών καφενόβειων
Δηλαδή άρπαξε κοντά 1,5 δόση δανείου ενός εργαζόμενου που δανείστηκε για να αγοράσει Α’ κατοικία.
Πλέον άρπαξε άλλα τόσα και παραπάνω ώς άμεση φορολογία .Δηλαδή άρπαξε 3 δόσεις μέσου δανείου ετήσια για να χρηματοδοτήσει επιδοματικά τους επιδοτούμενους αλληλέγγυους του.Για τούτο και την έκτακτη εισφορά την ονόμασε εισφορά αλληλεγγύης.
Ας κυτάξει κάποιος τα εκαθαριστικά των φορολογικών του δηλώσεων απ το 2016 και θα καταλάβει.
Η πσρούσα κυβέρνηση βλέπει βσωστό το .Να έχει δανειστεί πολίτης ευρώ 120000 για την αγορά σπιτιού. Να έβαλε και 80000 ευρώ δικά του , το σπίτι μα είχε αποτιμηθεί απ την τράπεζα 200000 ευρώ.
Ο δανειολήπτης νάχει πληρώσει ώς τώρα 60000 ευρώ.
Το υπόλοιπο του δανελιου να είναι μετά από 15 χρόνια 95000 ευρώ. Η αξία του ακινήτου σήμερα να μην πιάνει πάνω από 65000 ευρω , και η διάρκεια του δανείου από 15 αρχικά χρόνια να έχει συνολικά 35 χρόνια ( απομένουν 20 έτη ενώ το δάνειο θάπρεπε νά έχει εξοφληθεί στην 15ετία??
Δεν έπρεπε και η ίδια η τράπεζα να έχει ακέραιο αξιακά το ενυοόθηκο εχέγγυο με βάση την τωρινή αξία του ακινήτου ( 65000 ευρώ σήμερα) και με βάση το υπόλοιπο του δανείου (95000 ευρώ σήμερα).Ενώ ο δανειολήπτης έχει πληρώσει ώς τώρα 60000 ευρώ??
Και η εκτίμηση της ίδιας της τράπεζας για το ακίνητο σήμερα μα είναι 50000 -60000ευρώ.
Και γιατί η τράπεζα δεν εντέλεται απ την πολιτεία κυβέρνηση να κουρέψει ( απομειώσει ) το δάνειο .Ωστε και η τράπεζα νάναι ακόλουθη πιστωτικά.
Διότι τώρα φαίνεται ότι έχει χρηματοδοτήσει το ακίνητο με δάνειο 95000 ενώ η σξία του ακινήτου είναι 55-60000 ευρώ.
Και ο δανειοδοτηθείς και να θέλει μα το πουλήσει για μα ξεχρεώσει το δάνειο, δεν μπορεί μια και δεν το επιτρέπει η τράπεζα αν δεν εισπράξει το υπολοιπο του δανείου των 95000 ευρώ. Αγοραπωλησία ή μεταβίβαση ακινήτου προσημειωμένου ; αποτελεί καταχρηστικότητα αν πρώτα δεν συναινέσει γραπτώς ο ενυπόθηκος πιστωτής. Και ακόμη και αν επιτραπεί τι θα γίνει ο δανειολήπτης , θα συνεχίσει να πληρώνει το ανεξλοφλητο υπόλοιπο του δανείου ενώ δεν θα έχει σπίτι, ή η τράπεζα θα μεταφέρει το ανεξλοφλητο υπόλοιπο του δανειου σε υποθήκη άλλου ακινήτου του δανειολήπτη όμηρου πλέον της αρχικής δανειοληιας, και ενώ έχει καταβάλει ώς τώρα 60000 ευρώ στην τράπεζα??
Υπάρχει και τεκμέρεται καμιά πίστις σε αυτή την δανειοληψία. Και για τον πιστωτή και για τον δανειολήπτη και για την ίδια την Ελληνική κοινωνία ώς συμβάν ??
Απλά αυτή την απουσία πίστις συμβαλομένων ( πιστωτή και δανειολήπτη) την αποδέχονται εικονικά χρόνια οι κυβερνήσεις της χώρας -και η παρούσα- ώς υπαρκτότητα πίστις που αποτελεί και το τραπεζικό και το κοινωνικό υπόβαθρο συνολικά.
Περίεργες απόψεις για την εννοιολογία και εννοιολόγηση του όρου “”πίστις”.