Τους λόγους για το οποίους πρότεινε την αντικατάσταση λέξεων όπως lockdown, take away και delivery με συγκεκριμένες ελληνικές λέξεις εξήγησε o καθηγητής Γλωσσολογίας και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Μπαμπινιώτης μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ 100,3.
Όπως ο ανέφερε ο ίδιος το απαγορευτικό και η απαγόρευση είναι μια ωραία λέξη το λοκ νταουν (lock down) που σημαίνει το κλείδωμα και το αμπαροκλείδωμα στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό που εκφράζει αυτό που υφίσταται κανείς με την απαγόρευση – απαγορευτικό.
Γιατί απαγόρευση και όχι lockdown
«Δηλαδή θέλω να πω ότι αυτή η απαγόρευση δεν είναι μόνο στην κίνηση (να μην βγω να μην ψωνίσω κλπ.) αλλά είναι να μην μιλήσω με τον άλλον. Μου στερεί δηλαδή την ελευθερία της έκφρασης και από εκεί έχει ξεκινήσει η λέξη. Γι αυτό έχει σημασία η λέξη, να μπορούμε να έχουμε δηλαδή αυτό το προνόμιο που έχουμε οι έλληνες να βλέπουμε μέσα από την λέξη και να έχουμε την αίσθηση του τι πάνω κάτω είναι αυτό και σε τι με δεσμεύει» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαμπινιώτης.
Ερωτηθείς για το αν είναι κατάλληλη και η λέξη καραντίνα ο ίδιος ανέφερε ότι η καραντίνα σημαίνει κάτι άλλο. Έχει να κάνει με τις 40 ημέρες που έπρεπε να είσαι κλειστός όταν είχες αρρώστια, πως είναι ξένη λέξη και πως είναι σωστό να χρησιμοποείται όταν κάποιος νοσεί και όχι ότι είναι πχ σε καραντινα όλη η χώρα όταν δεν νοσούν όλοι.
Αντί για delivery και take away
Σχετικά με τις λέξεις delivery και take away ο ίδιος σημείωσε πως άρχισε να νιώθει άσχημα όταν άκουσε αυτές τις λέξεις στην ανακοίνωση των νέων μέτρων.
«Το θεωρώ λίγο προσβλητικό για την γλώσσα μας γι αυτό βγήκα να πω προσοχή».
Όπως εξήγησε το take away είναι για το σπίτι. Είναι το κατ’ οίκον και το delivery μπορεί να είναι τροφοδιανομή ή τροφοπαράδοση ή παράδοση κατ’οικον.
Ήδη προοδευτικά και η νυν κυβέρνηση πανωβάλει , και οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια το ασκούσαν και απ το 2015-2019 και ώς αριστερή πολιτική , το φαινόμενο της γενικευμένης χρήσης των Αγγλικών χύμα όρων σε όλη την δημόσια διοικηση, στο πιστωτικό σύστημα εδώ σε λίγο θα μιλάνε κορακίστικα , και γενικά στην επιστημονική δήθεν εγχώρια ορολογία, πέρα απ την λαπά χυμάτη Ελληνοαγγλική καθημερινή χρήση.
Στην με δημόσια διοικηση , ο στόχος είναι η ουδετεροποίηση και απομάκρυνση των πολιτών, απ το κράτος και την συμμετοχικότητα στις πολιτικές επιλογές και αποφάσεις και νομοθετήσεις.
Στο πιστωτικό σύστημα, εδώ το ενδιαφέρον και η ίντριγκα είναι πολύ μεγαλύτερα, διότι παίζεται η διαχείτηση του νομισματικοποιημένου πλούτου ( χρήμα ), και πάντα το δόγμα είναι να μπορέσουν οι διαχειριστές με την συνδρομή του κράτους αφού πρώτα ουδετεροποιήσουν τους πολίτες μετά να τους γελάσουν, με έπαθλο πάντα της κατεργαριάς ( γελάσματος ) το χρήμα ( για τούτο και νομισματικοποιημένος πλούτος ).
Πρός αυτή την κατεύθυνση φανερή ήταν η μείξη και το σφιχταγκάλιασμα κράτους και πιστωτικού συστήματος, και η χρήση του πιστωτικού συστήματος για την εξυπηρέτηση των κρατικών εισπράξεων, με το άλλοθι ότι το κράτος χρόνια ήταν ηλεκτρονικά απροετοίμαστο. Και μπορεί να ήταν απροετοίμαστο, λόγω του μικρού μηχανογραφημένου λειτουργικού του, αλλά αυτό δεν απαντά στο γιατί ήταν απροετοίμαστο αφού απ το 1998 που εγκαταστάθηκε το taxis , το ίδιο το κράτος και οι κυβερνήσεις σκόπιμα δεν το λειτουργούσαν πλατιά ασκώντας έτσι την πολιτική της ενισχυμένης παραοικονομίας. Και πλέον τι εμποδίζει το κράτος να οργανωθεί 10 χρόνια στην βάση της απεξαρτησής του απ το πιστωτικό εμπορικό σύστημα μιας χώρας ?? Η απάντηση είναι απλή, μια και η εξήγηση υπάρχει στην παραπάνω παραμετρο ώς επιδίωξη του κράτους για το σφιχταγκάλιασμα με το πιστωτικό σύστημα, για την διαχείρηση του πλούτου της χώρας στην εποχή της άκρατης εγχρηματοποίησης.
Το ότι με την σύγχρονη ηλεκτρονική εφαρμογή του υπουργείου εσωτερικών, δίνεται το δικαίωμα πέρα απ την κρατική ηλεκτρονικότητα και στις τράπεζες να δίνουν το γνήσιο της υπογραφής σε μια εξουσιοδότηση ( παλιά υπεύθυνη δήλωση με το γνήσιο στο ΚΕΠ ή στην αστυνομία), είναι σαφής η πολιτική βούληση μέχρι και για υποκατάσταση του κράτους απ το πιστωτικό σύστημα σε όρους εκπροσώπησης των πολιτών. Και το σημερινό υπουργείο εσωτερικών , με την φουρνιά της ηλεκτρονικής του δήθεν Χάρβαρντ κλπ ηχηρά ιδρύματα, καλά είναι να μην επαίρεται για την ηλεκτρονική έφοδο της κοινωνικής λειτουργικότητας στην καθημερινότητα.
Η επέλαση των Αγγικών όρων, έξω απ την κουλτούρα όμως κοινωνικά χρήσης των εφ όσον η καθημερινότητα είναι Ελληνική , καλά είναι να προβληματίσει και τους πολίτες και τους εργαζόμενους, ( το κράτος δεν θα το προβληματίσει γιατί το επιδιώκει), είναι η άλλη όψη στο κοινωνικό- οικονομικό- πολιτικό τοπίο , της απενεργοποίησης της συνολικής και συλλογικά και ατομικά προσπάθειας της χώρας πρός την κατεύθυνση της υπέρβασης της χρεωκοπικής χρήσης με Ελληνικούς συμμετοχικούς των πολιτών όρους διαχείρησης, αλλά και για την παραπέρα ακύρωση της ίδιας της κοινωνικής λειτουργίας αναπαραγωγικά ώς συμμετοχικότητα των πολιτών.
Εδώ μέσα σε όρους οικονομικούς κρύβεται και η απουσία αναφοράς στις βάσεις της αξιακότητας στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Οι σημερινοί και οι προηγούμενοι κυβερνητικοί , καλά είναι να μην μπερδεύουν την γλώσσα – ώς εγαλείο γλυψίματος για την εξουσία- με την γλώσσα ώς κοινωνική λειτουργία μιας χώρας και ενπροκειμένω της Ελλάδος.