Ολόκληρη η Μεγάλη Εβδομάδα πλέει μέσα στο πέλαγος της έντονης συγκίνησης των πολλών συναισθημάτων των λόγων και των σκέψεων των επιδρομών του νου στα παιδικά μας χρόνια της αθωότητας, όταν μια θάλασσα απέραντης ευτυχίας συμβάδιζε με τους τρικυμισμούς των εφηβικών χρόνων μας δίπλα σε αγνούς ξωμάχους γονείς, δίπλα σε μια φύση μαγευτική με τον απήγανο και τα σπάρτα με τα πουλιά και τα τρεχούμενα νερά με τη νοσταλγία να γυρνά και να ξαναγυρνά στα μονοπάτια που έτρεξε ο ήλιος να μας θαμπώνει στις πρώτες του αχτίνες όταν πρόβαιναν απ’ τον αυχένα τον Ακαρνανικών εκεί ψηλά στην ονομαστή τους κορφή το Μπούμστο.
Όμως πέρα απ’ το διασκεδαστικό μεθύσι του απίθανου κομβόι των παιδικών καντρίλιων η Μεγάλη Εβδομάδα ήταν για τον Λευκαδότη ξωμάχο ένα σημείο αναφοράς μια όαση σε μια τραχιά ζωή για προβληματισμό, για ενατένιση προς τα πάνω για μια Λαμπρόμορφη ανάσταση. Οι εκκλησίες του νησιού απ’ το Βράδυ της Κυρακής των Βαίων ήταν ασφυκτικά γεμάτες, οι περίφημες Αγρυπνιές έφερναν όλο το χωριό στο ναό μέσα σε κλίμα κατάνυξης να ακούσει τον Νυμφίο να μπει στο πένθιμο πνεύμα των ημερών να συνταξιδεύσει στο Πραιτώριον με τον Ιησού να τραβήξει την δική του προς Εμμαούς πορεία κάνοντας ένα σταθμό στον αγώνα για το έρμο το ψωμί.
Πολλά και λαμπρά είναι τα έθιμα που στολίζουν το Λευκαδίτικο Μεγαλοβδόμαδο, μα η κορυφαία μέρα για τους αγωνιστές της γης ήταν η Μεγάλη Πέμπτη, στην οποία έδιναν ιδιαίτερο χρώμα γιατί ήταν η μέρα των ψυχών. Ένα τεράστιο κεφάλαιο για τον Λευκαδίτη είναι εκλιπόντες της οικογένειες, ποτέ δεν τους ξεχνά τους κουβαλά δια βίου στην ζωή του, συνομιλεί αόρατα μαζί τους τους θεωρεί ωσεί παρόντες στην καθημερινότητά του, κοντολογίς είναι αναπόστατο τμήμα της οικογένειας για αυτό με ιδιαίτερη ευλάβεια και τρυφερότητα αφιερώνουν την Μεγάλη Πέμπτη στους νεκρούς. Απ’ το πρωί θα πάνε στο νεκροταφείο να καθαρίσουν τα μνήματα, παλιότερρα πριν τις μαρμάρινες κατασκευές τα ασβέστωναν επιμελώς ώστε να είναι έτοιμα<< να ανεωχθούν>> το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, που κατά την Λευκαδίτικη παράδοση, οι ψυχές εξέρχονται του Άδη για σαράντα μέρες μέχρι της Αναλήψεως. Ο παπάς θα περάσει από κάθε μνήμα που περιμένουν υπομονετικά οι συγγενείς για να ρίξει τρισάγιο.
Στο σπίτι οι γυναίκες ετοιμάζουν την λαχανόπιτα για το δείπνο μετά την επιστροφή απ’ τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Η κατασκευή της λαχανόπιτας γινόνταν με ιδιαίτερη φροντίδα, μάζευαν εφτά είδη λαχανικών, τα λάπατα, τις τσουκνίδες, τις παπαρούνες,τα πτά, τα σέσκλα, τον δυόσμο, τα οποία τύλιγαν επιμελώς σε ανοιγμένο χειροποίητο φύλλο, την τοποθετούσαν στο ταψί και την έψηναν στην γωνιά, μάλιστα πάνω απ’ το ταψί τοποθετούσαν μιά επίπεδη λαμαρίνα και πάνω της άπλωναν κάρβουνα ώστε να ψήνεται ομοιόμορφα και στην <<απαναριά>> όπως έλεγαν χαρακτηριστικά. Το υπόλοιπο που θα έμενε απ’ το ανοιγμένο φύλλο το λεγόμενο <<παιδί της πίττας>> το έφτιαχναν τηγανόψωμο οι γυναίκες και ήταν η μεγάλη απόλαυση για τα παιδιά.
Μετά το δείπνο η νοικοκυρά του σπιτιού τοποθετούσε πίσω απ’ την κεντρική είσοδο τον μαστραπά γεμάτο νερό και πάνω του μια πετσέτα υφασμένη στον αργαλειό, για να πλύνουν τα χέρια τους οι ψυχές όταν θα επέστρεφαν στο λίκνο τους απ’ τον Άδη, να είναι καθαρά τα χέρια απ’ τους λεκέδες της γης, ώστε μαζί με τους υπόλοιπους συγγενείς να περάσουν τη Μεγάλη Παρασκευή των Παθών και μαζί τους την λαμπροφόρο Ανάσταση. Ένα έθιμο μια παράδοση γεμάτη συμβολισμούς και συγκίνηση γεμάτη απότιση τιμής σε όσους έχουν μεταβεί στα επέκεινα…