«Κανένας μας δεν πρέπει να υποτιμήσει την διαφορά που έρχεται να κάνει η εκλογή Τράμπ και η ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου, καθώς γίνεται μια προσπάθεια να εμφανισθεί ως όλη η προηγούμενη περίοδος, ως μια περίοδος όπου ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, είχε ένα ανθρώπινο πρόσωπο απέναντι σε πολίτες και εργαζόμενους και με την εκλογή Τράμπ μπαίνουμε σε μια νύχτα», ανέφερε μιλώντας στο απογευματινό μαγκαζίνο με τον Παναγιώτη Κουνιάκη ο δημοσιογράφος Λεωνίδας Βατικιώτης.
«Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, καθώς ακόμα και η περίοδος Ομπάμα, αλλά και οι θητείες του George Bush, προετοίμασαν την ανάδειξη του Ντόναλντ Τράμπ κατά πολλούς λόγους.
Αξίζει να θυμηθούμε το όργιο της αστυνομικής βίας τα τελευταία δυο-τρία χρόνια, που έδωσε και την αφορμή να εμφανιστεί και ένα κίνημα στην Αμερική με χαρακτηριστικό σύνθημα, οι ζωές των μαύρων μετρούν.
Επίσης αξίζει να θυμηθούμε τους βομβαρδισμούς επί Ομπάμα, θέλοντας να τονιστεί ότι η περίοδος που έφυγε, δεν ήταν μια περίοδος στην οποία κανένας θα επιζητά να επιστρέψουμε, ή θα την αναζητά ως την περίοδο που έλαμψαν οι ιδέες για ειρήνη και δημοκρατία.»
Ένα ακόμα λάθος που είναι σαφές για την πολιτική που θα ακολουθήσει η Αμερική τα επόμενα χρόνια, έγινε πριν καν εγκατασταθεί στον Λευκό Οίκο ο Τραμπ και το επιτελείο του και αφορούσε την όξυνση των σχέσεων με την Κίνα.
Φάνηκε ότι επί προεδρίας Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εγκαταλείψουν την πολιτική μίας Κίνας, έτσι όπως ονομαζόταν η πολιτική που αναγνώριζε το Πεκίνο και ουσιαστικά δεν αναγνώριζαν την Ταϊβαν, με τον Τραμπ να μην αναγνωρίζει αυτή την πολιτική.
Στο νέο δόγμα την εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής, όλα δείχνουν ότι παύει πια η Ρωσία να είναι ο αιώνιος εχθρός της Αμερικής και αυτό το καταλαβαίνουμε ότι έγινε μια προσαρμογή στην πραγματικότητα, καθώς μπορεί να έχουν πολλά σημεία σύγκρουσης στην οικονομία και την διπλωματία, παρόλα αυτά είναι μια σύγκρουση που έρχεται από το παρελθόν.
Αυτή την στιγμή η Αμερική αναγνωρίζει ως εχθρό την Κίνα και την Γερμανία, πρόκειται για ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις που «εκμεταλλευόντουσαν» τα προηγούμενα χρόνια τις ΗΠΑ, και την εσωτερική τους αγορά και μπορούσαν κατά έναν άνισο τρόπο να εξάγουν και να αποκομίζουν κέρδη χωρίς να πληρώνουν το τίμημα βάση της οικονομικής πολιτικής που ακολουθούν στο εσωτερικό τους.
Ωστόσο στο σημείο αυτό ξεκινάνε και τα πολύ σημαντικά διλλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει σύντομα και η Ελλάδα. Ακολουθώντας οι ΗΠΑ μια πολιτική στην βάση της οποίας αδιαφορεί απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιλέγει ως συμμάχους την Αγγλία, καταβαίνουμε ότι αν η Ελλάδα συνεχίσει να σέρνεται πίσω από το άρμα της Ε.Ε και της Γερμανίας δεν θα περάσει καλά από την νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, καθώς η πολιτική του Τράμπ θα σηματοδοτήσει και σημαντικές αλλαγές στην πορεία της Ε.Ε, λέγοντας ότι τα προηγούμενα χρόνια η Γερμανία μπορούσε να είναι ήσυχη, θεωρώντας ότι το βάρος των πολεμικών δαπανών το σήκωναν οι ΗΠΑ.
Από την στιγμή που οι ΗΠΑ αποσύρονται από αυτό το βάρος και λένε ότι ο καθένας ας αναλάβει να εξασφαλίσει την άμυνα μόνος του, εγείρεται το ερώτημα μήπως η Γερμανία μπει στην διαδικασία να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Αυτό το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό, καθώς τα προηγούμενα χρόνια η Γερμανία ακολουθεί μια μιλιταριστική πολιτική αρχή γενομένης της ανάμειξης της στα Βαλκάνια, το Αφγανιστάν, καθώς η πολιτική υποτίμησης του ΝΑΤΟ από τις ΗΠΑ, θέτει νέα ερωτήματα για την Γερμανία προκειμένου να αντιστοιχήσει το στρατιωτικό της προφίλ σε αυτό που έχει στον οικονομικό τομέα.