Η Μεγάλη Ιδέα στη σύγχρονη έκφρασή της
Η συμφωνία των Πρεσπών κυριάρχησε στις εξελίξεις στη χώρα για μεγάλο χρονικό διάστημα, διαμόρφωσε σε σημαντικό βαθμό τη συμπεριφορά και τις τάσεις μέσα στο λαό και αποκάλυψε ανοιχτά τις κατευθύνσεις και τις πραγματικές επιδιώξεις των πολιτικών δυνάμεων.
Τα αστικά κόμματα και κυρίως τα μεγαλύτερα κινήθηκαν στη λογική ότι η Βόρεια Μακεδονία πλέον και οι Σλαβομακεδόνες δεν δικαιούνται τίποτε από τον ιστορικό χώρο στον οποίο κατοικούν 15 αιώνες τώρα. Η Ελλάδα έχει την ιδιοκτησία της Μακεδονίας και ότι αυτή συμβολίζει λόγω της αρχαίας ιστορίας της. Το κράτος ήταν μακεδονικό οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες και άρα όλα μας ανήκουν. Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η θέση του Κ Μητσοτάκη και της Φ Γεννηματά ότι η κυβέρνηση έδωσε στους Σλαβομακεδόνες γλώσσα και εθνότητα, δηλαδή τους εκχώρησε ταυτότητα, διότι εκχωρείς κάτι που είναι ιδιοκτησία σου.
Αξίζει να σημειώσουμε για την Μακεδονία και τους Μακεδόνες της αρχαιότητας αυτό που σημειώνει ο Ν Σβορώνος στο βιβλίο του «το Ελληνικό Έθνος», ότι οι νοτιότεροι Έλληνες των κλασικών χρόνων θεωρούσαν τους Μακεδόνες και τους υποτελείς σε αυτούς λαούς Θράκες, Ιλλυριούς, Ηπειρώτες βαρβάρους και ότι όλοι βρίσκονταν έξω από την ελληνική κοινότητα και γίνονταν δεκτοί οι λαοί αυτοί με μεγάλη δυσκολία στο πανελλήνιο σύνολο.
Με βάση την επιχειρηματολογία των κομμάτων αυτών αφού οι Μακεδόνες της αρχαιότητας ήταν Έλληνες προ 23 αιώνων όλα τα δικαιώματα ανήκουν πλέον στο ελληνικό κράτος. Αυτοί που κατοικούν το συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο της βόρειας Μακεδονίας σήμερα δεν έχουν δικαιώματα, δεν έχουν ταυτότητα, δεν μπορούν να χρησιμοποιούν τον όρο Μακεδονία, μακεδονικός και οτιδήποτε άλλο που περιέχει τη λέξη Μακεδονία.
Στον ένα ή τον άλλο βαθμό η αντίληψη αυτή χαρακτηρίζει όλα τα αστικά κόμματα που χρησιμοποιούν το επιχείρημα ότι η εκχώρηση του όρου Μακεδονία ως προς τη γλώσσα και την ιθαγένεια είναι υποχώρηση και καλλιεργεί το σλαβομακεδονικό αλυτρωτισμό και κατά πολλούς είναι μάλιστα προδοσία.
Η θέση αυτή είναι σαφώς εθνικιστική, είναι στα πλαίσια των πάγιων εθνικιστικών αντιλήψεων από την ίδρυση του ελληνικού κράτους περί ανώτερου πνευματικά και πολιτιστικά ελληνικού λαού, που γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο πρέπει να έχει ένα ιδιαίτερο αναβαθμισμένο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, ρόλο ηγέτη και όλοι οι άλλοι να ακολουθούν. Είναι οι αντιλήψεις που συγκρότησαν τη Μεγάλη Ιδέα και όσον αφορά τον ελληνικό λαό το ρόλο του περιούσιου λαού και φόρτωσαν δεινά στο λαό και τη χώρα
Η στάση της κυβέρνησης δεν χαρακτηρίζεται από εθνικισμό, τουλάχιστον ανοιχτά, αν και η κυβέρνηση έχει ασπαστεί τη θέση ότι ο ρόλος των βαλκανικών χωρών είναι ενδοχώρα του ελληνικού κεφαλαίου με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Αυτό κυρίως που την χαρακτηρίζει σε αυτό το ζήτημα και σε τούτη τη φάση είναι ότι εξυπηρετεί απόλυτα τα σχέδια του ιμπεριαλισμού, λειτουργεί ως ‘’βαποράκι’’ των θέσεων και των συμφερόντων του.
Οι θέσεις πολλών οργανώσεων και συλλογικοτήτων της Κομμουνιστικής αριστεράς δεν ενδίδουν στον εθνικισμό, βρίσκονται σαφώς απέναντί του, παρότι ορισμένες οργανώσεις έφτασαν σε ακρότητες που προσεγγίζουν τον κοσμοπολιτισμό.
Ας δούμε όμως τα πληθυσμιακά δεδομένα της ενιαίας Μακεδονίας την εποχή των βαλκανικών πολέμων και νωρίτερα για να έχουμε ένα σαφές κριτήριο για αυτούς που δεν δικαιούνται τίποτε και ποια εξέλιξη μπορούσε να υπάρξει. Η Μακεδονία κατοικούνταν από 2,5 εκατομμύρια ψυχές, μια πανσπερμία εθνών και εθνοτήτων που στο σύνολο του γεωγραφικού χώρου ήταν μικρές μειοψηφίες σε τέτοιο βαθμό ώστε η κυριαρχία της μιας δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τις υπόλοιπες. Στο τμήμα της Μακεδονίας που περιήλθε το 1913 στην Ελλάδα σαφέστατα ο ελληνικός πληθυσμός μόλις ξεπερνούσε με 30% και στα τμήματα που περιήλθαν στην Βουλγαρία και την Σερβία οι έλληνες ήταν σαφώς πολύ λιγότεροι. Στην ελληνική Μακεδονία οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί περιορίζονταν στο νότιο και δυτικό τμήμα της και σε μια στενή λωρίδα των ακτών του Αιγαίου ανατολικά της Θεσσαλονίκης
Το ελληνικό κράτος κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες εξελληνισμού των σλαβικών και βλάχικων πληθυσμών ολόκληρη την περίοδο πριν τον μακεδονικό αγώνα και κατά τη διάρκεια του, στη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων και αργότερα και αντίστοιχα ανάλογες προσπάθειες υπήρξαν από την πλευρά της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Οι δολοφονίες χιλιάδων ανθρώπων, η καταπίεση για να αλλάξουν φρονήματα, οι καταστροφές και οι εμπρησμοί πήραν πολύ μεγάλη έκταση. Πυρπολήθηκε και καταστράφηκε πλήθος πόλεων, πολλές εκατοντάδες χωριά, χιλιάδες δολοφονήθηκαν από τους στρατούς των αντιπάλων χωρών και τους άτακτους που κάθε χώρα οργάνωνε. Κατά τη διάρκεια και το τέλος του 2ου βαλκανικού πολέμου ένα μεγάλο προσφυγικό κύμα επακολούθησε, ως αποτέλεσμα των διώξεων. Στην ελληνική Μακεδονία κατέφυγαν τουλάχιστο 115.000 άνθρωποι από την Βουλγαρία και την Τουρκία και από αυτήν αναχώρησαν περίπου 130 χιλιάδες άνθρωποι. Μια πραγματική εθνοκάθαρση στο βωμό της εθνικής ομογενοποίησης των τμημάτων της Μακεδονίας που περιήλθαν σε κάθε χώρα.
Η ομογενοποίηση αυτή προχώρησε αποφασιστικά με τις πληθυσμιακές μετατοπίσεις κατόπιν συμβάσεων και συμφωνιών. Με τη συνθήκη της Λωζάννης για την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι μετακινήθηκαν από την Ελλάδα προς την Τουρκία και 630.000 προς την Ελλάδα. Κατόπιν με τη συνθήκη του Νεϊγύ με βάση την οποία 53000 σλάβοι αναχώρησαν από την Ελλάδα και επέστρεψαν σε αυτή 30.000 Έλληνες, ενώ 10000 τουλάχιστον Βλάχοι έφυγαν από την Ελλάδα για την Ρουμανία. Πολύ μεγάλο τμήμα των πληθυσμών της Μακεδονίας έζησαν ένα πραγματικό πογκρόμ, μια πραγματική εθνοκάθαρση. Ο ξεκληρισμός ολοκληρώθηκε με τα πιο βίαια μέσα στο μεσοπόλεμο και μετά στον εμφύλιο. Με βάση επίσημα στοιχεία τη δεκαετία του ’60 ήταν στην Ελλάδα περισσότεροι από 150.000 σλαβόφωνοι ώσπου εκδιώχθηκαν με διάφορους τρόπους στο μεγάλο μέρος τους.
Έτσι επιτεύχθηκε η ομογενοποίηση της ελληνικής Μακεδονίας αλλά και αυτής των άλλων χωρών και σήμερα κατοικείται η ελληνική Μακεδονία από Έλληνες
Αυτή ήταν η επιλογή των αστικών τάξεων Ελλάδας, Βουλγαρίας και Σερβίας. Με φωτιά και σίδερο συντελέστηκε η πληθυσμιακή ομογενοποίηση και αυτή η λύση επιλέχθηκε ακριβώς κατά τα συμφέροντά των αστικών τάξεων για να εδραιώσουν και να επεκτείνουν την κυριαρχία τους, να αυξήσουν το μέγεθος της κρατικής επικράτειάς τους και την οικονομική τους δύναμη και επιρροή στην περιοχή.
Υπήρχε άλλη λύση προς το συμφέρον των βαλκανικών λαών; Η απάντηση είναι ναι και την είχαν προτείνει πολύ πρωτύτερα αστοί δημοκράτες επαναστάτες, το προοδευτικό τμήμα των αστικών τάξεων του 19ου αιώνα. Ο Ρήγας προπαγάνδιζε μια ενιαία πατρίδα για όλους τους κατοίκους της μεταξύ αυτών και των τούρκων με ίσα δικαιώματα. Επίσης την προπαγάνδισε η προοδευτική πτέρυγα του ΕΜΕΟ και περιλαμβάνεται με σαφήνεια στα κείμενα της επανάστασης του Ίλιντεν. Βέβαια, μια τέτοια λύση ήταν σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα των αστικών τάξεων που πλέον είχαν εδραιωθεί στην εξουσία. Μια τέτοια θέση, ανέπτυξε το Κ.Κ.Ε. για ενιαία Μακεδονία, ένα κράτος πολυεθνικό και δημοκρατικό που θα διαδραματίσει πρωτοπόρο ρόλο στη συνεννόηση των βαλκανικών λαών και χωρών στα πλαίσια μιας ομοσπονδίας σε σοσιαλιστική βάση. Για αυτό ακριβώς το λόγο δέχθηκε τεράστιες επιθέσεις και δυσφήμηση τότε και τη γνωρίσαμε επίσης πολύ αργότερα το 1992- 1993 κατά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Σταδιακά με τις ανταλλαγές των πληθυσμών και την καταπίεση ώστε να αφομοιωθούν οι αλλοεθνείς η λύση αυτή χάνει την αξία της. Από ένα σημείο και πέρα ήταν πια αργά για μια τέτοια εξέλιξη και η προοπτική αυτή μετατέθηκε για τις συνθήκες του σοσιαλισμού. Μόνο στην εξουσία της εργατικής τάξης μπορούν να ξεπεραστούν οι εθνικοί ανταγωνισμοί και να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ειρηνικής συμβίωσης, να ζήσουν οι λαοί ειρηνικά με όλα τα δικαιώματά τους εξασφαλισμένα.
Τέλος το επιχείρημα που φέρνουν περί ενδυνάμωσης των διεκδικήσεων που θα προβάλει η βόρεια Μακεδονία σε βάρος της Ελλάδας ως συνέπεια και της συμφωνίας των Πρεσπών, για να έχει κάποια σημασία προϋποθέτει την ύπαρξη σήμερα στη χώρα μας ισχυρής σλαβομακεδονικής μειονότητας πράγμα που δεν ισχύει. Το επιχείρημα αυτό είναι έωλο, είναι το φύλο συκής για τον εθνικισμό και την πολιτική του διαίρει και βασίλευε.
Γεράσιμος Αραβανής
Η Κωλέτεια μεγάλη ιδέα είναι το πολιτικό επικοινωνιακό πολιτικάντικο εφεύρημα του Πρωθυπουργού Ιωάννη Κωλέτη από την δεκαετία του 1850 ( πρώην Ιατρού του Αλή Πασά και του κορυφαίου αρχιφαύλου πολιτικού από καταβολής νεοεληνικού κράτους ως τις μέρες μας). Ως δασκαλεμένος στην πονηριά και την κυβερνητική ίντριγκα απ τις ραδιουργίες του Αλή Πασά , ο Ιατρός ( την εποχή της γενικευμένης αγραματοσύνης της μετεπαναστατικής και φωτοαγροτικής χωρίς κλήρο Ελλάδος ), πέταξε στους ιθαγενείς υπηκόους του μικρού τότε Οθωνικού βασιλείου ( σύνορα Αμβρακικός -Λαμία), την πονηριά για τον Ελληνοχριστιανικό μεγαλο’ι’δεατισμό ως και φυσική πρωτεύουσα της Ελλάδος την Κωνσταντινούπολη και το τότε πέριξ του Παλατιού ( σημερινή βουλή) κάθεδροι κρατιστές της μικρής Αθήνας των 25000 κατοίκων, το βρήκαν ως το ιδεολόγημα προς διασπορά στην αποχαυνωμένη απ την φτώχεια τότε Ελλάδα, και τους έβαλε τον λαπά Εθνικισμό – ουσιαστικά ένα δομικό αντικρατισμό για τα επόμενα χρόνια- με στόχο την μέσω Εθνικών διεκδικήσεων εκμετάλευση του κράτους και των πόρων του, από την συγκεκριμένη κάστα των φαγάδων του κράτους, αυτών που ουσιαστικά και στην μετεξέλιξη της Ελληνικής πολιτική ιστορίας, ονόμασε την δεκαετία του 1950 ως ” λίγες οικογένειες γύρω απ την βουλή νέμονται και εκμεταλεύονται τον Εθνικό πλούτο και τους κρατικούς πόρους απρόθυμες να φορολογηθούν ”. ( Ουα’ι’ένμπέργκερ Αμερικανός δημοσιογράφος και δντής της εφημερίδος Ουάσιγκτων Πόστ την δεκαετία του 1950).
Ο ίδιος αυτός δημοσιογράφος ήταν ο συνοδός του Παπαγή Παπαληγούρα στην επίσκεψή του στον πρόεδρο Κένεντυ όταν η Ελληνική κυβέρνηση ζητούσε απ τον Αμερικανό πρόεδρο την ελάφρυνση των τοκοχρεωλυσίων που κατέβαλε το Ελληνικό δημόσιο στους Αμερικανούς πιστωτές και ο Κέννεντυ αρνήθηκε οποιαδήποτε συζήτηση ελάφρυνσης , μια και η Αμερική είχε αλλάξει πολιτική κατεύθυνση σχετικά με την Ελλάδα και έπαιζε το σύστημα των συγγενών κομμάτων, έναντι του συστήματος του κυβερνητισμού της Δεξιάς από το 1952.
Η εκδοχή του μεγαλοιδεατισμού μετά την μικρασιατική καταστροφή , ήταν ο υφέρπων Μοναρχισμός- ακόμα και τα χρόνια 1924-1935 της Ελληνικής δημοκρατίας- που μορφοποιήθηκε κάτω απ την διεθνή οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1930 ως Μεταξικό καθεστώς του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, και μετά τον κλονισμό του Β παγκοσμίου πολέμου , μορφοποιήθηκε μεταπολεμικά στον Εθνικοφρονισμό ( αυτόν που ήθελε να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό και την νομισματική αστάθεια διοχετεύοντας στην αγορά χρυσές λίρες !!!), που έδωσε τον ΜΟναρχικό κοινοβουλευτικό αυταρχισμό της δεκαετίας του 1950 ( όταν ο Μονάρχης μπορούσε συνταγματικά να διορίζει πρωθυπουργό τον κηπουρό του με το σύνταγμα του 1952 ) ως το 1974 για τα καλά , με μικρό διάλειμα τα έτη 1963-1965 και έδωσε το πατρίς θρησκεία οικογένεια (και καθ ύψος απεριόριστο οικοδόμηση το 1968) από το 1967 έως το 1974.
Μόνιμη επιδίωξη του Μεγαλοιδεατισμού από την εμφανισή του ήταν η τεχνηούσα πρωτοκαθεδρία του έθνους εναντι του οργανωμένου κράτους ως πολιτική επιλογή για χρήση των υπηκόων ιθεγενών.
Δεν ήταν το οργανωμένο κράτος που μπορούσε να υποστηρίξει τα Εθνικά δίκαια, αλλά ήταν το Έθνος που μπορούσε να καθορίζει και να επιβάλλει τις πολιτικές επιδιώξεις του ανοργάνωτου κράτους.
Ο πονηρά ονομασθείς ”ατυχής πόλεμος του 1897 ”, όταν το υπερφίαλο Έθνος και η προδοτική ( για το κράτος ) Εθνική Εταιρεία οδήγησε στον χαμένο εκ προτέρων για το απαράσκευο κράτος πόλεμο απ την Τουρκία, ήταν και παραμένει το συμβολικό κορύφωμα του μεγαλοιδεατισμού στην Ελληνική ιστορία , με επόμενα συμβολικά στάδια τον Εθνικό διχασμό και την Μικρασιατική καταστροφή , την Μεταξική Δικτατορία και πλέον τον Εμφύλιο πόλεμο και το στρατιωτικό καθεστώς των ετών 1967-1974.
Ο αριστερός προοδευτικός ανανεωτικός δημοκρατικός κυβερνητισμός, δεν είναι παρά η πνευματική συνέχεια του μεταπολεμικού εθνικοφρονισμού που σύρει και εδράζεται στον μεγαλοιδεατισμό.
Η αντιστοιχία μεγάλης και αριστεράςβιδέας στην Ελλάδα χρονικά δεν πρέπει μαας διαφεύγει.
Η μορφοποιημένη μεγάλη ιδέα φανερά σ υπήρχε από υο πρώιμο Οθωνικό κράτος μετά τον 1835 ( απ τον Ιωάννη Κωλέτη και πέρα έγινε κυβερνητική μόνιμη επιδίωξη) , έφτασε ώς το 1922 όπου ανατράπηκε οργανικά καινάρχιδε μα μετασχηματίζεται.
Η αριστερή ιδέα είναι σύγχρονη στην εμφανισή της με την ανατροπή της Μεγάλης ιδέας ( αυτό πρέπει να προβληματίσει τους μεθοδολόγους και μήπως τελικά η εμφάνιση της αριστερσς ιδέας είναι σποτέλεσμα και των οργανικών μετασχηματισμών της μεγάλης ιδέας μετά το 1922). Η αριστερή ιδέα λοιπόν εμφανισθείσα-μορφοποιηθείσα το 1918 περίπου ώς πολιτικήή έκφανση ,βρίσκει εφαρμοστική της για να ανατραπεί οριστικά ώς κυβερνητική πρακτική στα χρόνια μας 2015 -2019.
Και μάλλον η αριστερή ιδέα και η Εθνικοφρονική ιδέα ,πορεί να ενταχθούν ώς αναγκαίο δίπολο αποτέλεσμα των οργανικών μετασχητισμών της ανατραπείσης μεγάλης ιδέας μετά το 1922 .Το ότι η αριστερή διέκφανση σε αυτό το δίπολο χρησιμοποίησε Μαρξιστικές αναφορές ( δηλαδή εδράστηκε σε εξωγενή απ την Ελλάδα χαρακτηριστικά για την ερμηνεία της με κύριο την ανάγκη καιτης εισαγόμενης επανάστασης ) , και ο Εθνικοφρονισμός στηρίχτηκε ώς συνέχεια στα ίδια τα δομικά κριτήρια της μεγάλης ιδέας ( πστρίς θρησκεία οικογένεια) εξηγεί και ερμηνεύει και την σύγκρουση δεξιάς- αριστεράς τον 20 σιώνα.Που η σύγκρουση αυτή σπαλύνθηκε με τελεστή τον μεταπολιτευτικό κοινοβουλευτισμό , ο οποίος λειτούργησε ώς μετασχηματιστής
Εκ νέουνγια την αριστερή.και δεξιά ιδέα όπως αυτές συγκρούστηκαν τον 20 αιώνα ώς το 1974.
Ο Εθνικοφρονισμός και η αριστερή ιδέα μάλλον δεν είναι παρά τα εναργή προκύψαντα απ τον μετασχηματισμό της μεγάλης ιδέας , όταν αυτή ώς ιδεολογικό χαρακτηριστικό έψαχνε να ενταχθεί κάπως μέδα στις συνθήκες των Εθνών -κρατών τα οποία δημιούργησε ο πρώτος παγκόσμιοςβπόλεμος.
Η διάσπαση του 1968 στην αριστερά ιδέα δεν ήταν παρά η αναγκαιότητα για τον παραπέρα προσδιορισμό του αριστερού ιδεολογήμαυος με εγχώρια χαρακτηριστικά ( μια σπόπειρα ριζοσπαστικοποίησης απ τονν εισαγόμενο ιδεολογικά Μαρξιστικό επαναστατικό ερμηνευτισμό της Ελληνικής κοινωνίας).
Εδώ υπάρχει και η ερμηνεία γιατί ώς κυβερνώσα αριστερά στην Ελλάδα έφτασε το μεταπολιτευτικό κκε εσωτερικού κσι όχι το μεταπολιτευτικό κκε εξωτερικού ( κκε τελικά ). Βέβαια ώε κυβερνώσα η αριστερά στην Ελλάδα έτσι λογικό ήταν και ενσωμάτωσε και τις παθογένειες που διχετεύτηκαν σε αυτήν απ τον μεγαλοιδεατισμό και στην διαδρομή : μεγαλη ιδέα , εθνικοφρονική και αριστερή ιδεολογία , κκε εσωτερικού κκε εξωτερικού ( κκε τελικά).
Ο κρατισμός , ο οικονομικός κατασταλτισμός , η χρήση τεχνικών μηχανιστικού λειτουργικά ολοκληρωτισμού και ελέγχου των πολιτών ( taxis και απρόσωπη ηλεκτρονική ) είναι βασικά μεθοδολογικά χαρακτηριστικά τουβαριστερού κυβερνητισμού.
Απλά στον εθνικοφρονισμό το όργανο και εργαλείο του κστασταλτισμού ήταν ο χωροφύλαξ ( περάστε απ το τμήμα για υπιθεσίν σας ) , ενώ στην περίπτωση του αριστερού καυασταλτισμού το όργανο είναι το taxis που σου στέλνει την απόσπαση των πόρων που απαιτεί απ τον πολίτη ο αριστερός κυβερνητισμός.Και ταυτόχρονα το taxis κστανέμει, και επιδοματικά , λειυουργικά όπως ο κατασταλτικός κυβερνητισμός θέλει τους αποσπασθέντες πόρους .
Ο εθνικοφρονισμός και η αριστερή ιδέα δεν ειναι παρά οι τεχικά διαφοροποιήσιμες αισθητικά τη εμφανίσει όψεις του ίδιου μεταλικού νομίσματος , που το μέταλο παραμένει το ίδιο κσι είναι η Μεγάλη ιδέα.
Η νομισματική ποσότητα του μετσλου απλά στην ισυορική εξέλιξη άλλαξε όψεις κάτω απ τους μετασχηματισμούς ιστορικά της Ελληνικής πραγματικότητας. Όπως αλλάζουν μορφές τα νομίσματα στον χρόνο .Αλλά κάνουνβτην ίδια συναλλσκτική λειτουργία.
Τελικά δεξιά- αριστερά στην Ελλάδα και σε όποια μορφή μετασχηματίστηκε αυτό το δίπολο , έστω καπιταλισμός -δοσιαλισμός, δεν ήταν και δεν είναι παρά η φουρτούνα μέδα στην μπανιέρα του Ελληνικού επαρχιωτικού στον κόσμο μεγαλοιδεατισμού.
Δηλαδή ιστορικά πσιχνίδια για παιδαρέλια . Τσ οποία παιχνίδια ιδεολογικοποιήθηκαν για να περνάει η ώρα.
Το ότι η μεγάλη ιδέα μέσω εθνικοφρονισμού μετασχηματίστηκε ώς αριστερά ( έλαβε την μορφή της ώς αριστερά ) αυτό μορφοποιήθηκε μετά το 1974 , όταν η κίνηση τωμ ιδεών στην Ελλάδα αφέθηκε ελεύθερη απ τομ κοινοβουλευτισμό. Σε καθεστώς διώξεων ιδεολογικών ασφαλώς και απ το 1918,που εμφανίστηκε η αριστερά ώς πολιτικόιδεολογοκή παράμετρος της πολιτικής ιστορίας, από το 1918 ασφαλώς διωκόμενη και αποκλεισμένη η αριστερά ιδεολογία δεν μπορούσε να ταξινομηθεί η ίδια και να ταξινομήσει τα κριτηρία της σχετικά με την μορφή και εκδοχή ένταξης της, σαν παρσμετρος διαμόρφωσης της κοινωνικής ιστορίας.
Από το 1974 και μετά με την ιδεολογική ελευθερία λογικό ήταν να κωδικοποιούνται οι ιδεολογικές μορφές και τα περιεχομενά τους ώς για την αναγωγή τους και διασπορά τους στις κοινωνικές αναγκαιότητες και προοπτικές εξέλιξης της Ελληνικής κοινωνίας.Και καθόλου τυχαίο -ίσως ήταν το αναγκαίο και μη απευκταίο- η εμφάνιση του κκε εσωτερικού να εκπροσωπεί μια εκδοχή συνχέχειας τής μέγάλης ιδέας και του εθνικοφρονισμού μέσα στην ελληνική κοινωνική ολότητα, συμπτυσόμενη ώς η αναγκαιότητα να υπάρχει η αριστερά συνέχεια, αλλά με κριτήρια τα οποία δανιστηκε απ την μόνη υπαρκτή ιστορική συνέχεια ιδεολιγικά στην Ελλάδα που ήταν ο εθνικοφρονισμός ώς συνέχεια της μεγάλης ιδέας.Εδώ εξηγείται και ο όρος κκε εσωτερικού. Είναι μέν κκε για τότε ( δηλαδή προέρχεται απ την αριστερά) αλλά δανείζεταιτις δομικές παραμέτρους της αδιαταράκτου συνέχειας που μόνο στον χώρο του εθνικοφρονισμού υπάρχουν ώς συνέχεια ( για τούτο εσωτερικού).
Να γιατί ‘” κκε εσωτερικού”:.
Δηλαδή η δομή και η δομική κατασκευής( οι παράμετροι για την συνέχεια που δανείστηκε απ τον εθνικοφρονισμό) έγινε το περιεχόμενο , και το περιεχόμενο ( το αριστερό) αφέθηκε να ψαρεύεται μέσα στον μεταπολιτευτικό κοινωνικό χώρο και στα διεθνή ρεύματα.
Για τούτο και οι μορφικές και.μορφολογικές αλλαγές αυτού τπυ χώρου του αρχικού κκε εσωτερικού και οι δομικοί εμπλουτισμοί του με ομάδες και συνιστώσες ατην προσπάθεια να θεμελιώσει ένα περιεχόμενο πέρα απ την στρουκτουραλιστική του υπαρκτότητα .
Και έτσι εξηγείται και η έμφαση του χώρου του κκε εσωτερικού στην αναγκαιότητα της τήρισης των κανονιστικών και δομικών παραμέτρων ( δήθεν δημοκρατιλή διαδικασία) την οποία είχε κάνει χρόνια και πούλαγε ώς περιεχόμενο αναγκαίο της πολιτικής.Και αυτό το σημείο χρόνια ήταν το στοιχείο της κριτικής του κκε εσωτερικούβπρός τα άλλα “” αρχηγικά “” πολιτικά κόμματα, που και ο όρος αρχηγικά είναι απ αυτό τον χώρο εφευρεθείς για να καλύπτει το κκε εσωτερικού την απουσία πολιτικού περιεχομένου του,στηλιτεύει την πολιτική ζωήν και την λειτουργία των άλλων κομμάτων, κσιροφυλακτώντας.
Το νοσηρό φαινόμενο μιάς προβληματικής κομματικής μειοψηφίας του όχι πάνω από 3% των ψηφοφόρων χρόνια να διαμορφώνει πολιτική εμφαίνοντας στην κίνηση δομικά των ιδεών , μέσα στο πλαίσιο της ανεκτικής πάντα κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, είναι η ίδια η ύπαρξη αυτής της μεταπολιτευτικής κομματικοπολιτικής εκδοχής που αυτοαποκαλέστηκε κκε εσωτερικού και μετασχηματιζόμενη επιδερμικά καμουφλαρισμένη πάντα επεδίωκε και επιδιώκει την επιβιωσίν της.Και μάλιστα όταν το ίδιο το μεταπολιτευτικό κοινοβουλευτικό σύστημα είχε αποδοθεί στην προσπάθεια του δημοκρατικού πλατέματος της μεσαίας τάξης χωρίς αποκλεισμούς. Ο έχθρός για αυτή την μεταπολιτευτική κομματική και ιδεολογική μειοψηφία ήταν η μεσαία τάξη ( συτή που επεδίωξε πλατιά ο κοινοβουλευτισμός).
Αυτή την μεσαία τάξη κέβάλέ στό στόχαστρο η κυβερνητική εκδοχή και πρακτικήν της μετεξέλιξης και των συνιστωσών συτού του χώρου, με τελεστή δυστυχώς το οικονομικό συμβάν της χρεωκοπίας. Το οποίο συμβάν της οικονομικής χρεωκοπίας βολεύεται να το παρουσιάζειο σύριζα ώς κοινωνική και πολιτική χρεωκοπία , καταφεύγοντας στον στείρο και πούρο Μαρξισμό που μετά το 1974 πολεμούσε και λοιδωρούσε , για να υπάρχει.
Το υπόδειγμα της ιδεολογικής και μεθοδολογικής ίντριγκσς είναι πλέον ιστορικά υπαρκτό για την Ελληνική ιστορία.
Η σημερινή κυβερνώσα αριστερά , η μεταπολιτευτική εξελικτική εκδοχή αυτού που αρχικά ονομάστηκε κκε εσωτερικού , δεν ιναι παρά το μετά εθνικοφρονικό πολιτικό δεδομένο της πολιτικής ιστορίας της χώρσς και της κοινωνικής ζωής.
Εφαρμόζει ώς ανεδτραμένο είδωλο τα εθνικοφρονικά λειτουργικά κριτήρια διαχείρησης της καθημερινότητσς με τον μεταπολεμικό εθνικοφρονισμό.
Το μέσον για τους εθνικόφρονες ήταν η χωροφυλακή κύρια και η περιορισμένη στις πόλεις αστυνομία.
Για τομ σημερινή συριζαική με- άεκδοχή του εθνικοφρονισμού το μέσον είναι το taxis και το φορολογικό οικονομικό εξαντλητικό μπουλινγκ και απειλές των πολιτών σε μεγαλύτερα μεγέθη πληθυσμού απ ότι η εφαρμοστική της χωροφυλακής και της αστυνομίας στον μεταπολεμικό εθνικοφρονισμό.
Ο στόχος της λειτουργικής του σημερινού συριζαικού κατασταλτικού εθνικοφρονισμού είναι να μην περισωθεί καμμία δυνατότητα αντίδρασης των πολιτών ηια τα επόμενα χρόνια ( δηλαδή η κατάπνιξη ακόμα και ψηγμάτων ελπίδας αντίδρασης των πολιτών ) .Και αυτή η ολιστική κατσσταλτική μεθόδευση και πρακτική είναι εξόχως χειροτερα κατασταλτική σε σχέση με τον μεταπολεμικό για χρόνια αυταρχισμό της εθνικόφρονος τότε δεξιάς.Και τούτο διότι ο Εθνικοφρονικός αυταρχισμός τα χρόνια 1945-1974 άφησε χώρο για να επιζήσει η Εαμογενής μήτρα , συτή που το 1974 έφερε τον κοινοβουλευτισμό στην Ελλάδα. Ο σημερινός αριστερός μετα-εθνικοφρονισμός έχοντας κατά νού αυτό το δεδομένο μεθόδευσε μεθοδύει και βιάζεται να ακυρώσει οριστικά κάθε κιινωνικό ακόμα και ιδεολογικό χώρο που θα διαφυλάξει την δυνατότητα εξελικτικής αντίδρασης και στο τώρα και για το μέλλον.
Η εξόντωση κάθε κοινωνικής δυνατότητας για δρομολόγηση, ακόμα και στο μέλλον , μιας κοινωνικής ανάτασης ( αντίστοιχης με αυτή που έφερε ο κοινοβουλευτισμός το 1974) είναι ο κυβερνητικός συριζαικός μετα-εθνικοφρονικός κατασταλτικός στόχος.
Στην συνέχεια του μεγαλοιδεατισμού και του αυταρχικού εθνικοφρονισμού στην πολιτική ιστορία της χώρας έχωμε τήν μετα-εθνικοφρονική κοινωνική ολιστική καταστολή της αριστεράς.
Δηλαδή τον αριστερό μετα-εθνικοφρονικό κατασταλτισμό.
Ο μετά-Εθνικοφρονικός αριστερός κατασταλτισμός δρομολόγησε και εξαντλητικά εφαρμόζει την ακύρωση της μεσσαίσς τάξης και τον υποβοβασμότης στα χαρακτηριστικκά της τελευταίσς κατώτατης κοινωνικής κωδικοποίησης ώς τσξη.Και αυτό είναι ιδεολογικό και πολιτικό μαζί σχέδιο για τούτο και για την εφαρμογή του παρουσιάχεται το φαινόμενο η κυβέρνηση αριστεράς να εμφαίνει στην αυξητική της ταμειακότητας για την επιδοματικότητα σε συνδυασμό με την επιδίωξη της αυξητικής της γενικευμένης χρέωσης του πληθυσμού στην κρατική εξουσία υπερ αυτής της ταμεοιακότητας
Η ιδεολογία και πολιτική εφαροστική
αυτής της μετα-εθνικοφρονικής αριστεράς , είναι εξόχως αντίθετη με τον αυταρχισμό ( πολιτικής και όχι ιδεολογικής μορφής) της δεξιάς της δεκαετίας του 1950 που επιδίωκε μέσω της οικονομικής ανάπτυξης και βελτίωσης του επιπέδου ζωής την απόσπαση των πλανημένων της αριστεράς υπερ μιας κρατικής έστω λαι δεξιάς προόδου και της παραπέρα ανάπτυξης και φιλελευθεροποίησης τπυ κοινωνικού και πολιτικού χώρου. Και αυτό το έζησε η Ελληνική κοινωμία με την ριζοσπαστικοποίηση του 1963-1964.
Ο αυταρχισμός -και αντικομμουνισμός- της δεξιάς της δεκαετίας του 1950 ήταν πολιτικός και όχι ιδεολογικός.Για τούτο και άφησε τα περιθώρια ( μέσω οικονομικής ανάπτυξης της χώρας) για την αλλοιωσή του ουσιαστικά κατέληξε στον δημοκρατικό κοινοβουλευτισμό του 1974.
Η κατασταλτικός μετα-εθνικοφρονισμός της αριστεράς σήμερα κυβερνητισμός είναι ιδεολογικά και πολιτικά μαζί αντικοινωνικός και αντιδημοκρατικός, με στόχο να αλλοιώσει τον συμμετοχικό δημοκρατικό κοινοβουλευτισμό της χώρας ( αυτός που συνίσταται με την πλάτυνση και βάθυνση της μεσσιας τάξης) υπερ ένος κυβερνητικού και διαχειριστικού κρατικού αποσυμμετοχικοποιημένου και αποσυσσωματωμένου μειοψηφισμού .
Ο οποίος θα τροφοδοτείται απ τον κρατικό επιδοματισμό της κατώτατης; μικρής στην Ελλάδα ώς τώρα κοινωνικής ,τάξης και της τάξης των λούμπεν περιθωρίου που πάντα θα υπάρχουν υπό μορφή χόμπος και κλοσάρ.
Η προσπάθεια και η πολιτική δρομολόγηση του κατσσταλτικού της αριστεράς μετα-Εθνικοφρονικοθ κυβερνητισμού στην Ελλάδα , στην ύστερη μετά την πρωτόλεια κυβερνητική κοινοβουλευτική περίοδο της χώρας, ακουμπά στο ιδεολόγημα της αλλοίωσης των σχέσεων μεταξύ πολιτικού δημοκρατικού κοινοβουλευτισμού και κοινωνικής δημοκρατικής διανομής.Με στόχο και τον υποβιβασμό του οικονομικού παραγωγικού υποβάθρου αλλά και δυνατοτήτων της χώρας προοδευτικά, υπέρ της ανατροφοδότησης του αντιπαραγωγικού επιδοματισμού και του πολιτικόκοινωνικού εφησυχασμού και της αποσυσσωμάτωσης των πολιτών απ το κοινωνικό και πολιτικό ώς ολότητα γίγνεσθαι.