Από την αρχή της δημιουργίας τους μέχρι και τις μέρες μας τα γλυκά αποτελούν ίσως τα πιο πολυσυζητημένα τρόφιμα. Χάρη στις ιδιότητες τους, αλλά κυρίως στη γλυκιά τους γεύση, τα γλυκά έχουν φανατικούς υποστηρικτές σε όλο τον κόσμο και στη συνείδηση των περισσότερων ανθρώπων είναι μία… «αμαρτωλή» επιλογή. Κάποιοι δηλώνουν ότι θα μπορούσαν να ζουν τρώγοντας μόνο γλυκά, μα όταν καταναλώσουν έστω και μία μικρή ποσότητα νιώθουν ενοχές και θεωρούν ότι θα έπρεπε να το είχαν αποφύγει.
Το κυριότερο αίτιο για την αίσθηση των ενοχών είναι η γραμμική σχέση που θεωρείται ότι παρουσιάζει η κατανάλωση των γλυκών με την αύξηση του σωματικού βάρους. Ο συνδυασμός της μεγάλης περιεκτικότητας σε θερμίδες σε συνδυασμό με την μειωμένη ικανότητα πρόκλησης κορεσμού, έχει κολλήσει στο γλυκό τη ρετσινιά του απαγορευμένου τρόφιμού που αυξάνει το βάρος. Στην πραγματικότητα, ένα καθημερινό διαιτολόγιο μπορεί να περιλαμβάνει ένα μικρό ποσό ενέργειας που θα καλύπτεται από ένα γλύκισμα ή ένα σνακ που θα απολαύσει ο καθένας. Ένα τέτοιο γλύκισμα, που είναι ελεγχόμενο σε ποσότητα, μπορεί να χωρέσει ακόμα και σε ένα χαμηλών θερμίδων διαιτολόγιο.
Ένα ακόμα γνώρισμα που βαραίνει το όνομα του γλυκού είναι η «ποιότητα» των θερμίδων που παρέχει. Αφ’ ενός οι θερμίδες από την ζάχαρη ονομάζονται «κενές» και αφ’ ετέρου τα λιπαρά στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ζωικά και κυρίως κορεσμένα. Η μεγάλη πρόσληψη του συγκεκριμένου είδους των λιπαρών έχει συνεχόμενα κατηγορηθεί για την αύξηση των επιπέδων χοληστερόλης και την εμφάνιση διάφορων χρόνιων νόσων.
Εξαίρεση σε αυτόν τον γενικό κανόνα αποτελούν το γλυκά που προέρχονται από υγιεινές πρώτες ύλες και μπορούν να αποτελούν συστηματικά μέρος ενός ισορροπημένου ημερήσιου διαιτολογίου. Ένα καλό παράδειγμα είναι ο χαλβάς από ταχίνι. Είναι ένα γλυκό που παράγεται από 100% αλεσμένο σουσάμι, με αποτέλεσμα να μεταφέρονται σε αυτό όλα τα ευεργετικά συστατικά του πολύτιμου αυτού σπόρου. Αναλυτικότερα , ο χαλβάς αποτελεί πηγή πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, πρωτεϊνών, ασβεστίου, μαγνησίου και χαλκού, συστατικά που πρέπει να υπάρχουν στην καθημερινή διατροφή και η επάρκεια τους καθορίζει την θρεπτική αξία ενός διαιτολογίου.
Το μόνο που μένει είναι να ρυθμίσουμε την ποσότητα κατανάλωσης. Η γνώμη ότι ένα γλυκό που παρασκευάζεται από αγνά υλικά και περιέχει ποικιλία θρεπτικών συστατικών, όπως ο χαλβάς από ταχίνι, δεν φτάνει για να το καταναλώνει κάποιος χωρίς μέτρο. Για κάθε γλυκό πρέπει να αξιολογούμε τη θερμιδική του αξία και να την συμπεριλαμβάνουμε με προσοχή και σύνεση στο ημερήσιο διαιτολόγιο. Ο μέσος ενήλικας με μέτρια φυσική δραστηριότητα πρέπει να προσλαμβάνει περίπου 2.500 θερμίδες ημερησίως για να συντηρεί το βάρος του. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να προσλαμβάνει 150-250 θερμίδες για την απόλαυσή του. Έτσι μπορεί να καταναλώνει 30-50 γρ χαλβά από ταχίνι κάθε δεύτερη μέρα για να ικανοποιεί την αίσθηση του γλυκού, το οποίο παράλληλα θα είναι και υγιεινό, αφού θα έχει συμβάλλει στην πρόσληψη απαραίτητων βιταμινών και μετάλλων και δεν θα τον οδηγεί στην αύξηση του βάρους.
Έτσι, δηλαδή όταν επιλέγουμε ένα υγιεινό γλυκό, μετριάζουμε την ποσότητα και το συναξιολογούμε μέσα στο υπόλοιπο διαιτολόγιο, τότε μπορούμε να κάνουμε το γλυκό να αποτελέσει μέρος του ημερήσιου διαιτολογίου.
Κίτσος Ευάγγελος
Διαιτολόγος- Διατροφολόγος