Εμπρός στο δρόμο που χάραξε ο Κουτάλας!
Του ΝΙΚΟΥ ΓΑΖΗ(*)
Είναι απίθανο κάποιος που έζησε στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και ιδιαίτερα προς τα Νότια προάστιά της τα τελευταία εξήντα χρόνια, να μην ήξερε το περίπτερο με την κουτάλα στα Πηγαδάκια της Βουλιαγμένης επί της παραλιακής προς το Καβούρι, που επί σχεδόν μισό αιώνα είχε γίνει το διάσημο αξιοθέατο της περιοχής.
Το στοιχείο που ξεχώριζε το περίπτερο αυτό από όλα τα υπόλοιπα, ήταν η έμπνευση του ιδιοκτήτη του (κυρ Μιχάλη, αρχικά) στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα, να εξυπηρετεί τους διερχόμενους οδηγούς με μια κουτάλα, ή καλύτερα με κάτι σαν φτυάρι, χωρίς αυτοί να χρειάζεται να κατέβουν από το όχημά τους!
Σταματούσε λοιπόν ο οδηγός το όχημά του, άνοιγε το δεξί του παράθυρο και έδινε φωναχτά στον Κουτάλα την παραγγελία του. Στο λεπτό αυτή έφθανε μπροστά του, επάνω σ΄ αυτήν την περίεργη κουτάλα με το μακρύ χερούλι. Ταυτόχρονα ο περιπτεράς έλεγε το λογαριασμό, ο πελάτης έπαιρνε τα ψώνια του κι έβαζε τα λεφτά στην κουτάλα, (απ΄ την οποία έπαιρνε και τα ρέστα) κι έφευγε…
Τα χρόνια πέρασαν, ο περιπτεράς άλλαξε και «Κουτάλας» έγινε κυρ-Κώστας (γαμπρός του κυρ-Μιχάλη νομίζω). Οι άνθρωποι (και η ζωές τους) άλλαξαν επίσης, όμως το περίπτερο με την κουτάλα του παρέμενε σταθερό στη θέση του και συνέχιζε να εξυπηρετεί τους εποχούμενους επί μισό περίπου αιώνα, προκαλώντας ενίοτε μέχρι μποτιλιαρίσματα στο σημείο, κάτι που το έκανε στόχο κάποιων περίοικων και κάποιων αυτοδιοικητικών, οι οποίοι τελικά και το μετέφεραν στο Καβούρι το 2011…
Η μοναδική αλλαγή στο πρωτότυπο αυτό σύστημα ψωνίσματος έγινε στην κουτάλα, η οποία ξεκίνησε ξύλινη, για να γίνει λίγα χρόνια αργότερα μεταλλική και με μια σταθερή τσιμπίδα πάνω της που εξασφάλιζε τα ψώνια απ΄ τον αγέρα κι απ΄ τις αδεξιότητες των συναλλασσομένων….
Τώρα λοιπόν που εξ αιτίας του κορονοϊού έχουμε κάθε λόγο να ψωνίζουμε από απόσταση, αποφεύγοντας την άμεση επαφή, μήπως θα έπρεπε να ακολουθήσουμε το δρόμο που εμπνεύστηκε πριν από 60 σχεδόν χρόνια ο Κουτάλας;
(* Ο Νίκος Γαζής είναι Δημοτικός Σύμβουλος Λευκάδας με την παράταξη «Δίαυλος»)
Μια ωραία αναφορά για το περίπτερο που ήξερε όλο το λεκανπέδιο Αττικής, μια και με΄τα χρόνια και την αύξηση τρης ιδιότητης αυτοκίνησης, δεν θα υπήρξαν πολλοί πολίτες που να μην ΄ψώνισαν ή να είδαν το περίπτερο με την κουτάλα στην παραλιακή.
Μερακλίδικη χρονογραφική νοσταλγική αναφορά εδώ του κου Γαζή, και πρόταση ταυτόχρονα όχι άστοχη κύρια για μικροψώνια και είδη περιπτέρου. Ή και ε τεχνική κατασκευαστική μελέτη και προσαρμογή για κάθε λογής είδος που αγοράζεται μαζικά, μπορούσε να δώσει λύση εν όψη κορονο’ι’ού. Και αν το φαινόμενο του Πανδημικού πολέμου με τα μέτρα προφύλαξης διαρκέσει. Μια και η τεχνική επίλυση του θέματος για την κατασκευή κουτάλας ή κουταλών σε περίπτωση διαφοροποιημένων αγορών, θέλει μελέτη και άρα χρόνο.
Να σημειωθεί ότι το εν λόγω περίπτερο του Κυρ Μιχάλη έγινε και φωτογραφικό και τηλεοπτικό θέμα σε χώρα του Ευρωπαικού Σκανδιναυικού Βορρά, στην προσπάθεια μιας ερεύνης συνδιαστικά για την παροθσίαση των δραστηριοτήτων των ανθρώπων σε συνθήκες διαφορετικών κλιματικών συνθηκών.
Ο κύριος Μιχάλης -το περίπτερο με την κουτάλα – ήταν ένας συνεπής επαγγελματίας περιπτεράς. Υπάρχει μια δια ζώσης αναφορά.
Καθηγητής πανεπιστημίου το 1982 -1983 ήταν καπνιστής που κάπνιζε σκέτα χωρίς φίλτρο τσιγάρα Εθνος εξαιρετικά (ημιπολυτελείας γράφανε στο πακέτο από την δεκαετία του 1970).
Με την πάροδο του χρόνου και την προοδευτική εισαγωγή των αρωματικών Αμερικανοφερτών μοδάτων τσιγάρων ( είχανε γκλαμουριά και γοητιλίκι το να “” πάει ο Έλλην καπνιστής στην χώρα του Marlboro”” με τον cowboy καβαλάρη με το λάσο ), με την εισαγωγή λοιον των αμερικανόφερτων τσιγάρων τα Ελληνικά τσιγάρα άρχισαν να χάνουν πωλήσεις και σιγά σιγά τα περίπτερα δεν εφοδιαζόνταν με όλες τις Ελληνικές μάρκες τσιγάρων και ιδιαίτερα τα σκέτα χωρίς φίλτρο.Άλλαξαν οι καπνιστικές συνήθειες των Ελλήνων.
Ο κυριος Μιχάλης με την κουτάλα είχε όλες τις μάρκες τσιγγάρων και τα ΕΘΝΟΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ , μια και σπό την αφήγηση του καθηγητή τα βρήκε τυχαία πηγαίνοντας οικογενειακά για κολύμπι στην Βάρκιζα. Όταν σε πολλά περίπτερα της Αθήνας ή μάλλον στα περισοτερα δεν τα έβρισκε και έδινε παραγγελία σε συγκεκριμένο περίπτερο που δεχόνταν να τα φέρει και βρισκόνταν στην Πλατεία Αιγύπτου- Μαυροματαίων.
Προς το τέλος της δεκαετίας του 1970 άρχισαν να εγκαταλείπονται τα Ελληνικά τσιγάρα και έγινε στροφή καπνιστική στις Marlboριές και στις Camelιές και σε λοιπά Αμερικανόσδωματικά.
Η κύρια διαφήμιση στους κινηματογράφους πρίν την αρχή του φίλμ και στο διάλειμα ήταν η διαφήμιση του τσιγάρου Marlboro με τον cowboy καβαλάρη με το αμερικανικό καπέλο και το λάσο να κυνηγάει και η διαφήμιση να λέει “” Ελάτε στην γεύση του Marlboro “”.
Πιν απ αυτό η παλαοτερη διαφήμιση τσιγάρου που έκανε θραύση στα τότε περιοδικά ( Ταχυδρόμος και Επίκαιρα) και στις υπαίθριες χάρτινες αφίσες ήταν την αρχή της δεκαετίας του 1970 το τσιγάρο Pallas King Size.
Ο κυρ Μιχάλης ο περιπτεράς με την ξύλινη κουτάλα ήταν συνεπής επαγγελματίας πρριπτεράς, και ευχαριστούμε τον Κο Νίκο Γαζή που εδώ με το ωραίο κειμενό του μας έκανε να τον θυμηθούμε, και μαζί να θυμηθούμε κσι τα νεότερα χρόνια μας.
Μια καλά διασταυρωμένη εφοπλιστική πληροφορία.
Ο μεγαλύτερος Έλλην προπολεμικός εφοπλιστής και απ τους κορυφαίους μεταπολεμικά ήταν ο Χιώτης Σταύρος Λιβανός ( από εφοδιαστής χρειωδών πλοίων ξεκίνησε) και καθ όλο τον βίο του υπήρξε πάντα σοβαρός λιγομίλητος και οικονομικά μετρημένος αρνούμενος να δανειστεί για να αποκτήσει πλοίο.
Ήταν ο πεθερός του Αριστοτέλη Ωνάση και του Σταύρουω Νιάρχου.
Στον Σταύρο Λιβανό οφείλεται ο όρος : “”φιγουροβάπορα “” εννοώντας τις ιδιωτικές θαλαμηγούς Χριστίνα και Κρεολή ) των γαμπρών του κύρια και κάθε άλλη θαλαμηγό .Διότι ο Σταύρος Λιβανός έβλεπε τα πλοία ώς για να δίδουν εισόδημα και δή μεγάλο,και όχι να βολτάρουν αντιπαραγωγικά στις θάλασσες.
Ο Σταύρος Λιβανός κάπνιζε μέχρι το τέλος της ζωής του το 1963 τσιγάρα ΕΘΝΟΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ σκέτα. Αρχικά τις κούτες των 100 τσιγάρων και κατόπιν το πλακέ πακέτο με την κόκκινη οριζόντια γραμμή. Κσι αυτό ήταν θέμα συζητήσεων στον Ελληνικό περίγυρο του και στους ναυτιλιακούς αλλοδαπούς οίκους του της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου όπου δραστηριοποιούνταν τα κύρια ναυτιλιακά γραφεία του. Μάλιστα επειδή στα χρόνια εκείνα τα λαικά τσιγάρα ονομαζόνταν και κάπως υποτιμητικά National Cigaretta ( Εθνικά τσιγάρα) για τούτο τον Σταύρο Λιβανό τον αποκαλούσαν Nationaler ή Nationaly ( επικρατούσε το Nationaly).Αλλά σε κάθε ερμηνεία ερμήνευαν το Nationaly ώς τον Εθνικό εφοπλιστή .Η αλήθεια όμως είναι ότι υπονοούσαν κάπως υποτιμητικά το ότι κάπνιζε λα’ι’κά τσιγάρα .
Ο άκαμπτος όμως στην κουλτούρα ότι τα πλοία είναι εργαλεία για να φέρουν εισόδημα και τίποτα άλλο, ο αρνούμενος πεισματικά να δανειστεί έστω και με χαμηλότερα επιτόκια και προμήθειες που του πρόσφεραν οι τράπεζες σχετικά με άλλους,σε ώρες χαλάρωσης λη αναγκαιότητας καπνίσματος έβγαζε το λα’ι’κό πακέτο ( ημιπολυτελείας όπως έγραφε )ΕΘΝΟΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ έπαιρνε το τσιγάρο και κάπνιζε. Μπορεί και κάπως επιδεικτικά γιατί ήξερε οτι ήταν ο Γενάρχης των Ελλήνων εφοπλιστών.
Έφυγε απ την ζωή το 1963 μετρώντας μέσα στο γραφείο του στην Ελβετία τον αριθμό των πλοίων του ανάμεσα από 85 έως 90 , και αφού τον είχανε σμπαραλιάσει ώς άνθρωπο οι γαμπροί του Ωνάσης και Νιάρχος με τις κόντρες τους για το ποιός απ τους δύο είναι ο ποιό φιγουουρατζής εφοπλιστής με το μεγαλύτερο φιγουροβάπορο ( θαλαμηγό).
Ο Ωνάσης είχε το “”Χριστίνα”” 100 μέτρα μήκος την μεγαλύτερη μακράν θαλαμηγό στον κόσμο που κιυβάλαγε και ιδιωτικό αεροπλάνο πάνω της , και ο Νιάρχος είχε το “”Κρεολή”” το μεγαλύτερο ξύλινο ιστιοφόρο στον κόσμο φκιαγμένο όλο από ξύλο έβενο.
Ο Σταύρος Λιβανός όμως επέμενε στα τσιγάρα ΕΘΝΟΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ αρχικά σε κούτα των 100 τσιγάρων κσι στην πορεία σε πακέτο των 20 τσιγάρων πάντα άφιλτρα ( σκέτα).
Η περιουσύα που κατέλειπε ο Σταύρος Λιβανός ο Nαtionaly, στον υιό του αφανή και παντελώς απέχοντα από τήν ακόμα ελάχιστη εμφάνιση χρόνια, Γιώργο Λιβανό ήταν και πσραμένει αυξητικα ανυπολόγιστη και χωρίς δημοσιότητα.
Ο Σταύρος