Με την δημοσιογραφική του ματιά σχολίασε τις εξελίξεις ο έγκριτος δημοσιογράφος Χρήστος Μέγας με συνέντευξή του στο απογευματινό μαγκαζίνο του Prisma 91,6.
Όπως ανέφερε στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία ενώ τα εθνικά θέματα φαίνεται ότι δίνουν τον τόνο το Σκοπιανό, όσο και στο Αλβανικό, καθώς το δεύτερο είναι ένα θέμα το οποίο φαίνεται πως έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, ωστόσο σύμφωνα με πληροφορίες του ορισμένες πτυχές του θέματος που έχουν προσυμφωνηθεί μπορεί να δημιουργήσουν εντάσεις.
Ο αρμόδιος επίτροπος για την διεύρυνση Χαν, άνοιξε ένα θέμα διευθέτησης των συνόρων, όμως περισσότερο είναι ένα θέμα διευθέτησης των μειονοτήτων εκατέρωθεν των συνόρων.
Όπως είπε ο κ Μέγας υπάρχει το θέμα των Τσάμηδων που θέτει μετά επιτάσεως η πλευρά των Τιράνων και υπάρχει και η Ελληνική μειονότητα, καθώς η μοναδική καταγεγραμμένη μειονότητα που υπάρχει για τη χώρα μας εκτός συνόρων είναι στη βόρειο Ήπειρο στην Αλβανία.
“Φαίνεται ότι υπάρχει μία ανταλλαγή κάποιων προτάσεων, έτσι ώστε να απαλειφθούν αυτές οι αναφορές και αν συμβεί θα είναι μία μεγάλη Εθνική υποχώρηση απέναντι ελαχίστων ανταλλαγμάτων ως προς τους Τσάμηδες, οι οποίοι θα λάβουν μία κάποια αποζημίωση από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι των περιουσιών που διεκδικούν στη Θεσπρωτία, Φιλιππιάδα και Πρέβεζα, παρά το γεγονός ότι καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.”
Ωστόσο στο εθνικό θέμα των Σκοπίων συγκαλύπτει τη δεδομένη χρονική στιγμή και τα άλλα θέματα όπως το Αλβανικό, αλλά και το μεγάλο εθνικό θέμα του χρέους και των πλεονασμάτων, καθώς η μεγάλη συζήτηση για το δημογραφικό, για τη μεγάλη φυγή των νέων από τη χώρα, καθώς και για την ανάπτυξη και θέσεις εργασίας είναι το πλεόνασμα, καθώς αν συνεχίσουμε μέχρι το 2022 με αυτά τα πλεονάσματα, εκτίμησε ότι δεν θα αντιμετωπιστεί ούτε το δημογραφικό ούτε το θέμα της ανάπτυξης.
“Με 3,5 κάθε χρόνο πλεόνασμα, αυτά τα χρήματα πηγαίνουν για τους τόκους, τα δάνεια της Ελλάδας ανήκουν στο εξωτερικό, δεν είναι σαν της Ιταλίας και άλλων χωρών που έχουν μεγαλύτερο χρέος, αλλά τα χρήματα που πληρώνει η χώρα για τόκους μένουν εντός των εθνικών ορίων και με αυτά οι τράπεζες να χρηματοδοτούν την οικονομία.
Εδώ τα χρήματα αυτά βγαίνουν στο εξωτερικό, όπως την πρώτη δεκαετία του 2001-2009 περνάμε χρήματα από τις Ευρωπαϊκές τράπεζες για να χρηματοδοτήσουμε τις καταναλωτικές μας ανάγκες, καθώς και μία πλασματική ευημερία, τώρα στέλνουμε χρήματα στο εξωτερικό για να πληρώσουμε τους στόχους και αυτό είναι μία αδιέξοδη πολιτική.”